Όταν ο Νορβηγός ακροδεξιός τρομοκράτης Άντερς Μπέρινγκ Μπρέιβικ, υπεύθυνος για τη δολοφονία δεκάδων αθώων συμπατριωτών του, ανέβασε στο διαδίκτυο το περιβόητο “μανιφέστο” του με τίτλο “2083 – Μία Ευρωπαϊκή Διακήρυξη Ανεξαρτησίας”, ελάχιστοι παρατήρησαν πως ένα από τα ελληνικά κόμματα, τη δράση του οποίου εκθείαζε, ήταν και η “Χρυσή Αυγή”. Τότε, τον Ιούλιο του 2011, η Χρυσή Αυγή ήταν ένα ασήμαντο περιθωριακό κόμμα της ακροδεξιάς που συγκέντρωνε μόλις το 0,3% των ψήφων στην Ελλάδα. Όμως η οικονομική κρίση, η μαζική ανεργία, η φτωχοποίηση μεγάλου τμήματος του ελληνικού λαού και η απαξίωση του υπάρχοντος πολιτικού συστήματος, οδήγησε στην εκλογική εκτίναξη της Χρυσής Αυγής, που έφτασε στο 6,9% στις εκλογές του Ιουνίου του 2012. Το γεγονός αυτό δεν πέρασε απαρατήρητο από τα υπόλοιπα ακροδεξιά και νεοναζιστικά κόμματα της Ευρώπης, που είδαν στο πρόσωπο της Χρυσής Αυγής ένα πετυχημένο παράδειγμα, τη στρατηγική και τις τακτικές του οποίου θα ήθελαν να μιμηθούν στις χώρες τους.
Αντιπροσωπείες με στελέχηνεοναζιστικών κομμάτων της Γερμανίας και ειδικά τηςΒαυαρίας επισκέφτηκαν τα γραφεία της Χρυσής Αυγής στο ελληνικό κοινοβούλιο, καλύπτοντας την παρουσία τους λέγοντας πως είναι “ακτιβιστές”. Πριν ένα σχεδόν χρόνο στην Τεργέστη της Ιταλίας ένας 44χρονος ακροδεξιός, ο Αλεσάντρο Γκαρντόσι, ίδρυσε την “Alba Dorata”, που σημαίνει “Χρυσή Αυγή” στα Ιταλικά, ως“ένα παρακλάδι του εξτρεμιστικού ελληνικού κόμματος, που διακρίνεται από ρατσιστική και ομοφοβική ιδεολογία”, σύμφωνα με τον Ιταλό δημοσιογράφο Μάρκο Πάσκουα.
Η αλήθεια είναι πως η Χρυσή Αυγή δεν έχει και μεγάλες ομοιότητες με άλλα ακροδεξιά και εθνικιστικά κόμματα της Ευρώπης, εκτός ίσως από το Ουγγρικό νεοφασιστικό κόμμα Jobbik Magyarországért Mozgalom (Κίνημα για μια Καλύτερη Ουγγαρία) που, εκμεταλλευόμενο κι αυτό την οικονομική κρίση της Ουγγαρίας (που κυριολεκτικά ισοπέδωσε το εκεί σοσιαλιστικό κόμμα) από 2,2% που είχε το 2006, απέσπασε στη συνέχεια το 16,7% των ψήφων και την τρίτη θέση στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές της χώρας (2010). Η στρατηγική, η προπαγάνδα, οι ρατσιστικές επιθέσεις σε Ρομά και μειονότητες, η βία, ο αντισημιτισμός, ο φιλοναζισμός, τα ναζιστικά σύμβολα και η στρατιωτικού τύπου εκπαίδευση των μελών του Jobbik, προσιδιάζουν αρκετά μ' εκείνα της Χρυσής Αυγής, αλλά με τίποτε δε θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν “αδελφά κόμματα”. Το Jobbik έχει ως όραμα του τη “Μεγάλη Ουγγαρία” πριν από τη Συνθήκη του Τριανόν (1920), όταν απώλεσε το 1/3 των εδαφών της και σχεδόν τρία εκατομμύρια Ούγγροι έγιναν μειονοτικοί πολίτες γειτονικών χωρών. Γι' αυτό και ο εθνικισμός και ο αλυτρωτισμός είναι τα κύρια χαρακτηριστικά του (βασικό του αίτημα είναι ο αναθεωρητισμός, δηλαδή η αλλαγή των συνόρων), που επισκιάζουν συχνά το φασισμό και το νεοναζισμό του.
Μέλη της Χρυσής Αυγής φέρονται να έχουν στενές σχέσεις με ακροδεξιά κόμματα της Σερβίας, όπως το Obraz, το οποίο τον Ιούνιο του 2012 τέθηκε εκτός νόμου από το συνταγματικό δικαστήριο της Σερβίας με την κατηγορία πως “με τη δράση του παραβιάζει βασικές αρχές του σερβικού συντάγματος που εγγυώνται τα ανθρώπινα και μειονοτικά δικαιώματα, ενώ τα στελέχη του, με τη συμπεριφορά τους, διασπείρουν εθνοτικό και θρησκευτικό μίσος”.(Το 2011 το συνταγματικό δικαστήριο της Σερβίας απαγόρευσε επίσης τη δράση και λειτουργία της ακροδεξιάς, νέοναζιστικής οργάνωσης «Εθνική Φάλαγγα».
Αντίθετα φαίνεται πως δεν υπάρχουν ιδιαίτερες σχέσεις της Χρυσής Αυγής με το βουλγαρικό ακροδεξιό κόμμα ATAKA, που εκτινάχθηκε στις τελευταίες εκλογές στο 7.4%. Θα έλεγε κανείς πως τα ακροδεξιά και φασιστικά κόμματα της Ευρώπης έχουν καλύτερες σχέσεις μεταξύ τους όσο πιο μακριά βρίσκονται οι χώρες τους ή τουλάχιστον δεν γειτνιάζουν.
Σε ολόκληρη την Ευρώπη τα ακροδεξιά, νεοναζιστικά και ευρωσκεπτικιστικά κόμματα (π.χ η Εναλλακτική για τη Γερμανία/Alternative für Deutschland, που απέσπασε το 4,7% στις τελευταίες γερμανικές εκλογές) γνωρίζουν τα τελευταία χρόνια μια πρωτοφανή εκλογική επιτυχία, εκμεταλλευόμενα την οικονομική κρίση αλλά κι από το γεγονός πως τα περισσότερα φιλοευρωπαϊκά δημοκρατικά κόμματα (κυρίως τα Αριστερά), εμφανίζονται μουδιασμένα από τις εξελίξεις και δεν προσφέρουν άμεσες λύσεις αλλά και ξεκάθαρα οράματα προόδου και ευημερίας στους ευρωπαϊκούς λαούς.
Ο κίνδυνος είναι στις επόμενες ευρωεκλογές αυτά τα αντιευρωπαϊκά κόμματα, αφού ενισχυθούν ακόμη περισσότερο, να συμπτύξουν ένα ανίερο μέτωπο μέσα στην ίδια την Ευρωβουλή (είτε στα πλαίσια της Alliance of European National Movements είτε σε κάποιο άλλο εξτρεμιστικό σχήμα) και να λειτουργήσουν συντονισμένα και διαλυτικά σε κάθε προσπάθεια για περισσότερη ευρωπαϊκή ενοποίηση.
Η απάντηση σε όλα αυτά είναι φυσικά περισσότερη Δημοκρατία και περισσότερη Ευρώπη. Οι λαοί της Ευρώπης δε χρειάζεται να αλλάξουν αιματοκυλισμένα σύνορα, απλά χρειάζεται να αλλάξουν συμπεριφορές, αποκλείοντας κάθε μορφής βαρβαρότητα από την πολιτική και κοινωνική τους σφαίρα.
* O Γιώργος Στάμκος (stamkos@post.com) είναι συγγραφέας και δημιουργός του περιοδικού Ζενίθ (www.zenithmag.wordpress.com)