Η περίοδος του νεοφιλελευθερισμού τελείωσε με την κρίση που ξέσπασε το 2008. Με αυτό δε θέλω να πω ότι ο κόσμος, αργά ή γρήγορα, θα αλλάξει προς το προοδευτικότερο, όπως έγινε 15 χρόνια μετά από την κρίση του ’29. Μπορεί να έχουμε μπροστά μας, για παράδειγμα, ένα πολύ πιο αυταρχικό καπιταλισμό. Όλα είναι ρευστά. Και είναι ρευστά γιατί τέσσερα χρόνια μετά από το ξέσπασμα της κρίσης δεν έχουν βρεθεί συστημικές λύσεις για τη ρύθμιση της ασυδοσίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, για τις κοινωνικές και περιφερειακές ανισότητες, για το έλλειμμα πολιτικής νομιμοποίησης του συστήματος.
Δηλαδή λύσεις που να απαντούν στις αιτίες της κρίσης. Η ύφεση συνεχίζεται, όχι μόνο στο Νότο της ευρωζώνης, αλλά και σε χώρες όπως τη Βρετανία. Καμία κυβέρνηση, είτε της κεντροαριστεράς είτε της κεντροδεξιάς, δεν μπορεί να σταθεί στα πόδια της. Σε τέτοιες συνθήκες η ηγεμονία θα κερδηθεί από αυτές τις κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που έχουν την πιο πειστική ερμηνεία της κρίσης και τις πιο πειστικές ιδέες για πώς μπορούμε να βγούμε από αυτήν. Είναι η ώρα της επιστροφής της πολιτικής.
Όταν δεν υπάρχει ελπίδα, όταν οι συσχετισμοί φαίνονται εντελώς αρνητικοί, ο κόσμος της αριστεράς, αλλά και πολλοί απλοί προβληματισμένοι πολίτες, αντιδρούν με πολλαπλούς τρόπους. Η μια αντίδραση είναι η αποδοχή ότι η εποχή των μεγάλων οραμάτων τελείωσε, ότι ο κόσμος δεν μπορεί να αλλάξει ριζικά, ότι η κυριαρχία των χρηματαγορών θα συνεχιστεί. Άρα το ζητούμενο είναι να βρούμε κάποιες διορθωτικές παρεμβάσεις, κάποιες μεταρρυθμίσεις, που θα ελαφρύνουν το βάρος του κόσμου της εργασίας από τα μνημόνια και την ακολουθούμενη πολιτική. Νομίζω ότι πολλοί που σκέφτονται να ψηφίσουν τη Δημοκρατική Αριστερά έχουν, ρητά ή άρρητα, δεχθεί αυτή την θεώρηση, των πραγμάτων. Αλλά και πολίτες που προσβλέπουν προς το ΚΚΕ στην ουσία συμμερίζονται κάποια στοιχεία της προηγούμενης ανάλυσης. Αισθάνονται και αυτοί ότι οι συσχετισμοί είναι εντελώς αρνητικοί. Και με αυτόν τον τρόπο δεν καυτηριάζουν την αντιενωτική στάση του ΚΚΕ. Το ΚΚΕ επενδύει στην ισχυροποίηση της δικής του ταυτότητα, του δικού του «μαγαζιού», ελπίζοντας να είναι σε θέση να επηρεάσει τα πράγματα κάποτε στο αόριστο μέλλον όταν θα κρίνει ότι οι συσχετισμοί θα είναι πιο ευνοϊκοί.
Το πρόβλημα με την προσέγγιση της Δημοκρατικής Αριστεράς είναι ότι όταν υπάρχουν δομικά προβλήματα δεν μπορείς να απαντάς με αποσπασμένες και περιορισμένες μεταρρυθμίσεις. Είναι αναποτελεσματικό να προσπαθείς να πας ένα σύστημα δύο-τρία κλικ αριστερότερα, όταν το κέντρο βάρος αυτού του συστήματος πάει όλο και δεξιότερα. Αυτό δεν αποτελεί ηγεμονική παρέμβαση. Το πρόβλημα με την στάση του ΚΚΕ δεν είναι ότι επιμένει για την αναγκαιότητα ενός άλλου συστήματος, ότι επιμένει σε ριζικές τομές και παρεμβάσεις. Είναι ότι αν δεν βρεθούν αριστερές απαντήσεις τώρα, αργά ή γρήγορα, οι συστημικές δυνάμεις θα ανασυγκροτηθούν και θα ξαναποκτήσουν την ηγεμονία τους.
Ο ΣΥΡΙΖΑ κατανοεί ότι έχουμε μπροστά μας μια σοβαρή οικονομική κρίση, με δομικά στοιχεία. Ξέρει ότι ο κόσμος της εργασίας χρειάζεται διαφορετικά παραγωγικά και καταναλωτικά πρότυπα, αν είναι να αντιμετωπιστούν οι ανάγκες των πολλών. Είναι και με ένα διαφορετικό δημόσιο τομέα που θα προσφέρει ποιοτικές υπηρεσίες, και με την αυτοδιαχείριση των εργαζομένων. Είναι και με την κοινωνικοποίηση των τραπεζών και με την κοινωνική οικονομία. Είναι και με μια νέα αντίληψη για τους συνεταιρισμούς και με τους συμμετοχικούς προϋπολογισμούς. Η αριστερά μπροστά στη μονοκαλλιέργεια των αντιπάλων μας, αγορές-επιχειρηματικότητα-διευθυντικό δικαίωμα, προτάσσει τον πλουραλισμό: διαφορετικές λύσεις, αλλά όλες βασισμένες στη συμμετοχή και το μεράκι των εργαζόμενων και των πολιτών.
Συγχρόνως ξέρει ότι χρειάζεται να αλλάξει η ατζέντα τώρα, και για αυτό πρέπει να δουλέψει κανείς να αλλάξουν και οι συσχετισμοί τώρα. Για αυτό επιμένει στην ενωτική γραμμή μπροστά στις εκλογές. Αλλά αυτό που προτάσσει ο ΣΥΡΙΖΑ δεν απευθύνεται μόνο στον κόσμο της εργασίας στην Ελλάδα, αλλά στην Ιταλία, στην Ισπανία, στην Πορτογαλία, αλλά και στις χώρες του Βορρά. Ακριβώς επειδή τα προβλήματα της ευρωζώνης έχουν συστημικό χαρακτήρα, μια ελληνική κυβέρνηση που απέρριπτε το μνημόνιο θα είχε και μεγάλη διαπραγματευτική δύναμη. Θα μπορεί να περιμένει συμπαράσταση από άλλους λαούς που δεν βλέπουν προοπτική με την υφιστάμενη πολιτική γιατί δεν προτάσσει την ανασυγκρότηση της δικής της οικονομίας, το εθνικό συμφέρον, αλλά ένα άλλο, και πιο ταξικό, πρόταγμα στο υπερεθνικό επίπεδο. Η επιστροφή της πολιτικής περνάει από τη ρήξη με τις χρηματαγορές και τις πολυεθνικές, και αυτό δύσκολα γίνεται στο εθνικό επίπεδο.
Μια ηγεμονική δύναμη στηρίζεται στα οράματα, στις προτάσεις, και στην ατζέντα που έχει για το μέλλον. Αυτό είναι που της δίνει δύναμη για να παρέμβει και βραχυπρόθεσμα. Έτσι έκαναν τη δεκαετία του εβδομήντα οι δυνάμεις του νεοφιλελευθερισμού όταν πολέμησαν τη σοσιαλδημοκρατική συναίνεση της μεταπολεμικής περιόδου. Έτσι πρέπει να κάνουμε εμείς τώρα για να ανοίξουμε το δρόμο για ένα νέο κόσμο που γεννιέται. Όχι μόνο με ιδέες και προτάσεις, αλλά γενικεύοντας τις εμπειρίες όλων αυτών των κινημάτων που στα δύσκολα χρόνια του νεοφιλελευθερισμού ανέδειξαν τη σημασία των κοινωνικών αγαθών, το να βάλουμε τον άνθρωπο πάνω από τα κέρδη, το να ψάξουμε άλλα καταναλωτικά και παραγωγικά πρότυπα.
Για πρώτη φορά μετά από πολλές δεκαετίες, η αριστερά είναι σε θέση να συμπυκνώσει αυτά τα αιτήματα με την αξία της συμμετοχής και της δημοκρατίας. Αρκεί να έχει ένα ηγεμονικό σχέδιο για το τώρα.
Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος είναι καθηγητής οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και υποψήφιος με τον ΣΥΡΙΖΑ στη Β΄ Αθηνών.