Γαλλία: Το τέλος της χαοτικής βασιλείας του προέδρου Μακρόν

Κυριακή 19 Ιανουαρίου 2025 ·

 

Τους τελευταίους έξι μήνες, το πείσμα του Εμμανουέλ Μακρόν να αγνοεί την εκλογική ήττα που υπέστη οδήγησε σε πολιτικό αδιέξοδο και κυβερνητική αστάθεια. Για να παραμείνει στην εξουσία, επιδιώκει να δημιουργήσει έναν συνασπισμό από τη δεξιά έως την κεντροαριστερά. Η επιλογή του Φρανσουά Μπαΐρού ως πρωθυπουργού είναι άραγε το τελευταίο βέλος στη φαρέτρα του Γάλλου προέδρου;
Serge Halimi

Στις 11 Σεπτεμβρίου 2024, ο Εμμανουέλ Μακρόν υπενθύμιζε στο γαλλικό Συμβούλιο της Επικρατείας μια βασική αρχή: «Σήμερα, ο κυρίαρχος λαός με την ψηφοφορία εκφράζει τη βούλησή του, η οποία πρέπει πάντα να λαμβάνεται υπόψη, διότι είναι το πρωταρχικό γεγονός σε κάθε δημοκρατία». Δύο μήνες νωρίτερα, σε δύο διαδοχικές αναμετρήσεις, τις ευρωπαϊκές και τις βουλευτικές εκλογές, ο λαός είχε αποκηρύξει τον Πρόεδρο. Άρα τον Σεπτέμβριο υποσχόταν στον «κυρίαρχο λαό» ότι θα επανόρθωνε; Τόση σωφροσύνη είναι αναμφίβολα πέρα από τις δυνάμεις του: στις 12 Δεκεμβρίου, μετά από μια άκαρπη προσπάθεια να προωθήσει έναν από τους σωσίες του στο πρωθυπουργικό μέγαρο Ματινιόν, ο Μακρόν έδωσε τη θέση στον Φρανσουά Μπαϊρού, τον πολιτικό που, συστρατευόμενος με την υποψηφιότητά του το 2017, συνέβαλε τα μέγιστα στην εκλογή του στο μέγαρο των Ηλυσίων. Στη συνέχεια, ο Μπαϊρού υποστήριξε κάθε μία από τις «μεταρρυθμίσεις» του, συμπεριλαμβανομένης της πιο μισητής από τους Γάλλους: της αύξησης του ορίου συνταξιοδότησης.

Εν ολίγοις, όλα κινούνται αλλά τίποτα δεν αλλάζει. Οι θεσμοί της Πέμπτης Δημοκρατίας είναι σχεδιασμένοι με τέτοιο τρόπο ώστε ακόμη και ένας απεχθής πρόεδρος –που ο συγκεκριμένος σίγουρα είναι– να διατηρεί τρία ατού: την επιλογή του πρωθυπουργού, τη διάλυση της Εθνοσυνέλευσης και την ημερομηνία της αποχώρησής του. Ο Μακρόν χρησιμοποιεί και καταχράται και τα τρία. Επιδιώκει έτσι να διατηρήσει τα δύο στοιχεία της προεδρικής δράσης του για τα οποία φαίνεται να είναι πολύ περήφανος: την πολιτική της προσφοράς, δηλαδή τις φορολογικές μειώσεις που απευθύνονται στην πλούσια, συχνά ηλικιωμένη, πελατεία του και την πορεία προς μια ολοένα και πιο στρατιωτικοποιημένη Ευρώπη.

Η σημερινή σύνθεση της Εθνοσυνέλευσης, στην οποία οι υποστηρικτές του αποτελούν ισχνή μειοψηφία, σημαίνει ότι μπορεί να επιδιώξει αυτούς τους δύο στόχους πότε καλοπιάνοντας την ακροδεξιά και πότε την κεντροαριστερά. Στην πρώτη περίπτωση, χρησιμοποιούνται ως δόλωμα οι νόμοι για την ασφάλεια ή οι αντιμεταναστευτικοί νόμοι. Στη δεύτερη, η υπόσχεση για αναλογική ψηφοφορία, ενδεχομένως με την αποποίηση του μηχανισμού που επιτρέπει την υιοθέτηση νόμων από το Κοινοβούλιο χωρίς ψηφοφορία από τους βουλευτές. Σε αυτόν είχε καταφύγει στην περίπτωση της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος.

Καθένας από αυτούς τους δύο συνδυασμούς επιτρέπει να παραμείνει στην εξουσία το «κεντρώο μπλοκ», που αποτελείται από υποστηρικτές του Προέδρου και βουλευτές της Δεξιάς, δηλαδή των δύο κομμάτων που οι ψηφοφόροι απέρριψαν σαφώς τον Ιούνιο και τον Ιούλιο. Οι μακρονιστές έπεσαν από το 22,42% στο 14,6% των ψηφισάντων (στις ευρωεκλογές) και στη συνέχεια από 246 σε 168 βουλευτές (στις βουλευτικές), ενώ η Δεξιά (Les Républicains, LR) από το 8,48% στο 7,25% στην πρώτη περίπτωση και από 60 σε 46 βουλευτές στη δεύτερη. Μετά από μια μακρά περίοδο προβληματισμού, ο Μακρόν κατέληξε σε ένα λαμπρό συμπέρασμα: πρώτα όρισε πρωθυπουργό τον Μισέλ Μπαρνιέ των Ρεπουμπλικανών, πριν επιλέξει στις 13 Δεκεμβρίου τον Φρανσουά Μπαϊρού, πρόεδρο ενός σχηματισμού, του Mouvement Démocrate (MoDem, Δημοκρατικό Κίνημα), του οποίου οι 36 βουλευτές (σε σύνολο 577 της Εθνοσυνέλευσης) ανήκουν στον προεδρικό συνασπισμό. Και τα δύο κόμματα είναι επιρρεπή στις δημοκρατικές παραδοξότητες, αφού μοιράζονται με τους Σοσιαλιστές την ευθύνη της υιοθέτησης μέσω της κοινοβουλευτικής οδού μιας ευρωπαϊκής συνταγματικής συνθήκης που ήταν σχεδόν πανομοιότυπη με εκείνη που ο γαλλικός λαός είχε απορρίψει με ευρεία πλειοψηφία στο δημοψήφισμα του Μαΐου 2005.
Ατυχία και αδεξιότητα

Με τον ορισμό του κεντρώου και φιλοευρωπαίου Μπαϊρού στη θέση του πρωθυπουργού, ο αρχηγός του γαλλικού κράτους ελπίζει να αναστήσει έναν συγκεκριμένο τύπο συνασπισμού: κοινωνικών κύκλων με αστική καταγωγή, πανεπιστημιακό πτυχίο, μεγάλη ηλικία και καλών πελατών του Τύπου που καταγγέλλει τον «λαϊκισμό». Το 2015, ο πρώην πρωθυπουργός Αλέν Ζιπέ, την εποχή που οι δημοσιογράφοι τον είχαν (λανθασμένα, όπως θα αποδεικνυόταν) αναδείξει ως φαβορί για τις επόμενες προεδρικές εκλογές, είχε προσδιορίσει το περίγραμμα ενός τέτοιου συνασπισμού: «Μια μέρα, ίσως χρειαστεί να σκεφτούμε να κόψουμε και τις δύο άκρες της ομελέτας, ώστε οι λογικοί άνθρωποι να κυβερνήσουν από κοινού και να παραμερίσουν τα δύο άκρα, από τα δεξιά όσο και από τα αριστερά, που δεν έχουν καταλάβει τίποτα για τον κόσμο» (1). Ωστόσο, καθώς το κέντρο της ομελέτας έχει γίνει λιγότερο σαρκώδες και (ακόμη) λιγότερο ορεκτικό τα τελευταία δέκα χρόνια, οι «λογικοί άνθρωποι» δυσκολεύονται να βρουν αρκετό «ψαχνό» για να ταΐσουν μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Εξ ου και οι επανειλημμένες ψήφοι δυσπιστίας. Στις 3 Δεκεμβρίου, μια τέτοια ψήφος ανάγκασε την κυβέρνηση Μπαρνιέ να παραιτηθεί. Αν και η ανατροπή ενός υπουργικού συμβουλίου από τα μέλη του Κοινοβουλίου είναι καταστατικά κατοχυρωμένη ως απολύτως δημοκρατική, ο Μακρόν, που εξοργίζεται με την παραμικρή ενόχληση, ισχυρίστηκε αμέσως ότι οι βουλευτές είχαν σχηματίσει ένα «αντιδημοκρατικό μέτωπο» εναντίον του.

Όταν στη συνέχεια υποδέχτηκε όλους τους ηγέτες των κομμάτων στο Μέγαρο των Ηλυσίων, με εξαίρεση εκείνους του Εθνικού Συναγερμού (RN, ακροδεξιά) και της Ανυπότακτης Γαλλίας (LFI, Αριστερά), ο αρχηγός του κράτους δήλωσε ευτυχής που η συνάντηση κατέληξε σε «ομοφωνία μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων να μην εξαρτώνται πλέον από τον Εθνικό Συναγερμό». Ίσως είχε ξεχάσει ότι, λίγους μήνες νωρίτερα, μία από τις κυβερνήσεις του είχε περάσει έναν αντιμεταναστευτικό νόμο με τις ψήφους του RN και ότι, πριν επιλέξει τον Μπαρνιέ ως πρωθυπουργό, είχε ο ίδιος διαβεβαιωθεί από την ακροδεξιά ότι η κυβέρνηση αυτή δεν θα αποδοκιμαζόταν αμέσως. Όπως βλέπουμε, το «κοινό μέτωπο» και το «δημοκρατικό τόξο» αλλάζουν την περίμετρο ή τη μορφή τους όλο και πιο συχνά, καθώς η πολιτική αδεξιότητα του Μακρόν τον υποχρεώνει να διορθώνει διαρκώς τις συνέπειες των αποτυχημένων ελιγμών του. Ράβε-ξήλωνε, μπας και βελτιωθεί η συνταγή για τη διατήρηση στην εξουσία…

Η αποδοκιμασία προς τον Εθνικό Συναγερμό οφείλεται στην ψήφο του υπέρ της πρότασης μομφής που κατέθεσαν η Αριστερά και οι οικολόγοι του Νέου Λαϊκού Μετώπου (NFP). Δεν θα τολμήσει, σκεφτόταν το «αστικό μπλοκ». Αλλά το έκανε, και η κυβέρνηση Μπαρνιέ έπεσε. Τουλάχιστον, αυτός ο συνασπισμός των αντιθέτων έδωσε στον γαλλικό λαό την ευκαιρία να μετρήσει σε πραγματικό χρόνο την προθυμία του «κεντρώου μπλοκ» και των μέσων ενημέρωσης που το υποστηρίζουν να ψεύδονται και να διασπείρουν προπαγάνδα. Από τους κεντροαριστερούς δημόσιους ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς (France Inter κ.λπ.) μέχρι τα κανάλια του ομίλου Bolloré (CNews, Europe 1 κ.λπ.) και τις εφημερίδες του ομίλου Dassault, εκπεμπόταν ομόφωνα απογοήτευση αναμεμειγμένη με οργή. Η ψήφος δυσπιστίας, στην οποία «τα άκρα» είχαν αναμείξει τις ρυπαρές ψήφους τους, έμοιαζε να προαναγγέλλει μια πολιτική, οικονομική και ηθική καταστροφή. Τα μέσα ενημέρωσης και οι ευνοούμενοί τους αναρωτιούνταν αν ο φόβος του χάους θα τρόμαζε επιτέλους τους Γάλλους ή αν, μάλλον, η αδιαφορία τους φανέρωνε, για ακόμη μία φορά, την τύφλωση ενός εριστικού λαού, ανίκανου να κατανοήσει την «τέχνη των αποχρώσεων» των ελίτ και να αποδεχθεί τους «συμβιβασμούς» που οι ήρεμοι γείτονές τους στην Ελβετία ή στη Γερμανία τόσο καλά καταφέρνουν.

Ένα εντελώς κοινότοπο γεγονός συνόψισε τον τρόμο που επικρατούσε. Ο Ζαν-Λυκ Μελανσόν παρευρέθηκε στην ψηφοφορία για την πρόταση μομφής στην Εθνοσυνέλευση και παρακολούθησε τις ομιλίες ορισμένων βουλευτών, μεταξύ των οποίων και της Μαρίν Λεπέν. Το κανάλι BFM TV τού αφιέρωσε μια ολόκληρη σκηνή, τύπου ταινίας τρόμου, σε ένα ντοκιμαντέρ, ενώ το CNews πήρε συνέντευξη από έναν δεξιό υπουργό του οποίου η κυβέρνηση μόλις είχε ανατραπεί: «Πολλοί από εμάς έχουμε αυτή την εικόνα στο μυαλό μας: τον Ζαν-Λυκ Μελανσόν, πάνω από τα έδρανα της αίθουσας της ολομέλειας, να συλλογίζεται το έργο του. Πώς την αναλύετε;» Σαν ο Νέρωνας να βλέπει τη Ρώμη να καίγεται…

Οι πυροσβέστες που υπηρετούν τη δημοκρατία του κατευνασμού έπρεπε να επέμβουν. Και το έκαναν. Στα αριστερά, έκαναν κήρυγμα στους Σοσιαλιστές, τον αδύναμο κρίκο της συμμαχίας του Νέου Λαϊκού Μετώπου. Στο France Inter, τον αγαπημένο τους ραδιοφωνικό σταθμό, η συντάκτρια της Monde Φρανσουάζ Φρεσόζ εξηγούσε (για μία ακόμη φορά) ότι «η συμπαράταξη με την Ανυπότακτη Γαλλία είναι ουσιαστικά προδοσία της δημοκρατίας», αν και παραδέχτηκε πως «η αποδέσμευση από αυτήν είναι πολύ περίπλοκη». Ωστόσο, κατά την άποψή της, το Σοσιαλιστικό Κόμμα (PS) έπρεπε να κάνει αυτό το βήμα συμμαχώντας με το «κέντρο». Από τα δεξιά , το περιοδικό της εφημερίδας Le Figaro επιφύλαξε τις νουθεσίες του για τον Εθνικό Συναγερμό, ο οποίος το γέμισε απογοήτευση καταψηφίζοντας τον Μπαρνιέ: «Ποτέ στο παρελθόν μια κυβέρνηση δεν αντιμετώπισε το κόμμα της Μαρίν Λεπέν με τόση προσοχή, αποδεχόμενη αρκετά από τα αιτήματά του στα νομοσχέδια για τα δημοσιονομικά του 2025 ή προετοιμάζοντας ένα νομοσχέδιο για τη μετανάστευση βασισμένο σε εκείνο που υποστήριξαν οι βουλευτές του Εθνικού Συναγερμού στις αρχές του έτους». «Αλίμονο», αναστέναζε ο Γκιγιόμ Ροκέτ, διευθυντής σύνταξης του περιοδικού, «η Μαρίν Λεπέν και ο Ζορντάν Μπαρντελά επέλεξαν την πολιτική του χειρότερου» (2).

Ωστόσο όλοι είχαν λάβει προειδοποιήσεις. Με τη συνετή εντιμότητα που εγγυάται το ιστορικό της ως απόφοιτης Πολυτεχνείου, μηχανικού γεφυροποιίας, νομάρχη, προέδρου της Ανεξάρτητης Αρχής Μεταφορών του Παρισιού (RATP), υπουργού Εργασίας, Απασχόλησης και Ένταξης και πρώην πρωθυπουργού, η ηγέτιδα των μακρονιστών Ελιζαμπέτ Μπορν ανακοίνωνε πριν από την ψηφοφορία: «Εάν ο προϋπολογισμός για την κοινωνική ασφάλιση αποδοκιμαστεί, αυτό σημαίνει ότι την 1η Ιανουαρίου η κάρτα υγειονομικής περίθαλψής σας δεν θα λειτουργεί πλέον. Σημαίνει ότι δεν θα καταβάλλονται πλέον οι συντάξεις. Σημαίνει ότι μετά από λίγο δεν θα πληρώνονται πλέον οι δημόσιοι υπάλληλοι» (3). Από την 1η Ιανουαρίου, η κάρτα υγείας λειτουργεί και οι συντάξεις θα καταβάλλονται. Και η Μπορν δεν θα μπορεί να αποδώσει τη δική της επιχείρηση παραπληροφόρησης στον Έλον Μασκ, στη Ρωσία, στο Ιράν ή στην Αλ Κάιντα.

Τα επιτόκια και ο κίνδυνος χρηματοπιστωτικού πανικού αποτέλεσαν αντικείμενο μιας άλλης καμπάνιας πανικού. Μεταξύ του περασμένου Ιουνίου και της επομένης της ψήφου δυσπιστίας, η διαφορά απόδοσης των δεκαετών ομολόγων μεταξύ Γερμανίας και Γαλλίας αυξήθηκε από 0,45% σε 0,76%. Με άλλα λόγια, όχι πολύ. Αλλά αυτό δεν εμπόδισε το εβδομαδιαίο περιοδικό Le Point –στο αναγνωστικό κοινό του οποίου συγκαταλέγονται πολλοί συντηρητικοί ραντιέρηδες– να δώσει αυτή την (καθησυχαστική) πληροφορία κάτω από τον (κινδυνολογικό) τίτλο «Ισχυρή διόγκωση στα spreads» (12 Δεκεμβρίου 2024). Ωστόσο, την ίδια στιγμή που οι Γάλλοι σχολιαστές απέδιδαν την (ελαφρά) πτώση του ευρώ στην ανατροπή της κυβέρνησης Μπαρνιέ, η Wall Street Journal –που δεν αστειεύεται όταν πρόκειται για χρήμα– την έβλεπε ως συνέπεια των μέτρων προστατευτισμού που ανακοίνωσε ο Ντόναλντ Τραμπ.

Πέρα από τα επαναλαμβανόμενα ρεφρέν τους για την «κουλτούρα της αντιπαράθεσης» (κακό) και το «πνεύμα του συμβιβασμού» (καλό), τα κόμματα του κέντρου και οι υποστηρικτές τους επιδιώκουν εδώ και αρκετά χρόνια τον ίδιο στόχο: οι Σοσιαλιστές, και οι Οικολόγοι αν είναι δυνατόν, να έρθουν αντιμέτωποι με την Ανυπότακτη Γαλλία, ώστε να μπορέσουν να καταλήξουν σε συμβιβασμούς με τους μακρονιστές. Μια τέτοια αναδιάταξη της εκλογικής και κοινοβουλευτικής «ομελέτας» θα ξαναμοίραζε την τράπουλα στην Αριστερά και θα προκαλούσε τη διάλυση του Νέου Λαϊκού Μετώπου. Η προοπτική μιας επικίνδυνης προεδρικής εκλογικής αναμέτρησης, όπου τα διάφορα κόμματα που απαρτίζουν το μέτωπο έχουν σχεδόν αποκλείσει την υποστήριξη κοινού υποψηφίου, οδηγεί ήδη το καθένα από αυτά να υιοθετήσει τη δική του στρατηγική χωρίς να νοιάζεται ιδιαίτερα για τις προτιμήσεις των άλλων.
Ο ατλαντισμός ως συνδετικός ιστός

Ως αποτέλεσμα, οι «κόκκινες γραμμές» του Νέου Λαϊκού Μετώπου γίνονται πορτοκαλί. Ο Ολιβιέ Φορ, Εθνικός Γραμματέας του Σοσιαλιστικού Κόμματος, ο οποίος έχει μειώσει τις απαιτήσεις που είχε το περασμένο καλοκαίρι, ορκίζεται ότι ο πραγματισμός του θα είναι πιο αποτελεσματικός από την ανίσχυρη αγωνιστικότητα των (πρώην;) εταίρων του της Ανυπότακτης Γαλλίας: «Θέλουμε νίκες τώρα, όχι σε δύο ή τρία χρόνια. Αν επιτύχουμε το 30% του προγράμματος, αυτό είναι ήδη καλό. Υπάρχουν άνθρωποι για τους οποίους αυτό μετράει» (Le Nouvel Obs, 12 Δεκεμβρίου 2024). Ούτε η εγκατάλειψη της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης ούτε η επαναφορά του φόρου περιουσίας φαίνεται να περιλαμβάνονται πλέον σε αυτό το 30% των αιτημάτων που διατηρεί. Εξ ου και το παράδοξο: όσοι προσεγγίζουν τον Μακρόν επειδή δεν επιθυμούν την παραίτηση του Προέδρου της Δημοκρατίας, συνοδοιπορούν με τον αρχιτέκτονα του χάους για να αποφύγουν το χάος.

Ποιο άλλο σχέδιο θα μπορούσε να τους φέρει κοντά; Η πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης Γιαέλ Μπράουν-Πιβέ έκανε έναν διαφωτιστικό υπολογισμό: «Αν προσθέσουμε την κοινή βάση, δηλαδή το Ensemble pour la République [τον συνασπισμό των μακρονιστών], το MoDem, τους Ορίζοντες [Horizons, κεντροδεξιό κόμμα του προεδρικού μπλοκ], τη Ρεπουμπλικανική Δεξιά, το LIOT [ομάδα ανεξάρτητων βουλευτών] και το Σοσιαλιστικό Κόμμα, φτάνουμε σε 299 βουλευτές, δηλαδή σε πλειοψηφία». Το άθροισμά της δεν περιλαμβάνει το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα (PCF) και τους Οικολόγους. Μοιάζει όμως με τον συνασπισμό φιλελεύθερων, κεντρώων και σοσιαλιστών ευρωβουλευτών που επανεξέλεξαν την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ως Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις 18 Ιουλίου. Με το πρόσχημα του «αποκλεισμού της ακροδεξιάς», οι Γάλλοι Σοσιαλιστές, με συμπρόεδρο τον Ραφαέλ Γκλικσμάν, συμμετείχαν στον συνασπισμό, αλλά όχι οι Ανυπότακτοι ή οι Πράσινοι (το ΚΚΓ δεν έχει εκλεγμένα μέλη στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο).

Το ευρωπαϊκό ζήτημα θα μπορούσε να αποκτήσει μεγάλη βαρύτητα τους επόμενους μήνες στη Γαλλία. Άφησε το στίγμα του στην Τέταρτη Δημοκρατία (1946-1958), η οποία κυβερνήθηκε από μια «τρίτη δύναμη» (φιλελεύθερη Δεξιά, χριστιανοδημοκράτες, σοσιαλιστές) που απέκλειε τα δύο άκρα της ομελέτας, τους κομμουνιστές και τους γκωλικούς. Ο ατλαντισμός και ο Ψυχρός Πόλεμος γέννησαν αυτόν τον διόλου αγαπητό συνασπισμό το 1947. Ο Ζαν-Λουί Μπουρλάνζ, μέλος του MoDem και πρώην πρόεδρος της επιτροπής εξωτερικών υποθέσεων της Εθνοσυνέλευσης, τον χρησιμοποίησε ως παράδειγμα για να περιγράψει ένα κυβερνητικό μοντέλο που είναι βέβαιο ότι θα αναδιαμόρφωνε το πολιτικό τοπίο. Στόχος: να καταπολεμηθεί η «υποταγή στον Πούτιν» που, κατά την άποψή του, βάζει σε πειρασμό πολλά ευρωπαϊκά κράτη. «Αν περάσουμε στο στρατόπεδο της ευμένειας απέναντι στον Πούτιν και της άρνησης εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης», προειδοποιούσε στο ραδιόφωνο France Inter στις 6 Δεκεμβρίου, «θα ανατραπεί η γεωπολιτική ισορροπία της ευρωπαϊκής ηπείρου. (...) Η ουσιώδης μεταβλητή είναι οι Σοσιαλιστές. Πρέπει να κάνουν τη σωστή επιλογή. Την έχουν κάνει στο παρελθόν. (...) Στάθηκαν αλληλέγγυοι με τη Δύση». Αλλά ο Μπουρλάνζ ανησυχούσε: «Κάποιοι ανάμεσά τους τώρα κλίνουν προς τις επιλογές της Ανυπότακτης Γαλλίας. Αν όμως οι Σοσιαλιστές πέσουν στη λάθος πλευρά, θα πέσουμε όλοι».

Εμπλεκόμενος όλο και περισσότερο στο ουκρανικό ζήτημα, μήπως ο Μακρόν ελπίζει να βρει εκεί τον συνδετικό ιστό για έναν τέτοιο συνασπισμό με τους πιο ατλαντιστές από τους Σοσιαλιστές; Η «εμβάθυνση» της ολοκλήρωσης της Ε.Ε. θα απέκλειε σίγουρα τον Εθνικό Συναγερμό και την Ανυπότακτη Γαλλία, αλλά οι κομμουνιστές ή ορισμένοι οικολόγοι μάλλον θα δεν μπουν στον μεγάλο πειρασμό να κάνουν τον ευρωπαϊκό επανεξοπλισμό και την αποστολή Γάλλων στρατιωτών στην Ουκρανία το μεγάλο τους σχέδιο για τα επόμενα χρόνια. Μάλιστα, κάτι τέτοιο θα ήταν ακόμη πιο δαπανηρό, καθώς οι ΗΠΑ θέλουν να απεμπλακούν οικονομικά. «Να ξοδεύεις περισσότερα για την άμυνα σημαίνει να ξοδεύεις λιγότερα για άλλες προτεραιότητες», έχει ήδη καταλήξει ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε. Ποιες άλλες προτεραιότητες; Ο ίδιος αναφέρει τα «συστήματα συντάξεων, υγείας και κοινωνικής ασφάλισης» (4).

Να ξοδεύουμε λιγότερα για τις συντάξεις και την υγεία και περισσότερα για τον στρατό; Προτού αποδεχθούμε τις σοφές συμβουλές του Ρούτε, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η πρώτη πτώση γαλλικής κυβέρνησης εδώ και εξήντα δύο χρόνια προκλήθηκε πριν από μερικές εβδομάδες από την απόρριψη ενός σχεδίου προϋπολογισμού για την κοινωνική ασφάλιση.


Serge Halimi
Συντάκτης της «Le Monde diplomatique»
Μετάφραση: Βάλια Καϊμάκη



(1) Le Point, Παρίσι, 1η Ιανουαρίου 2015.


(2) Guillaume Roquette, «Le choix du pire», Le Figaro Magazine, Παρίσι, 6 Δεκεμβρίου 2024.


(3) LCI, 24 Νοεμβρίου 2024.


(4) Philippe Jacqué, «Mark Rutte presse les Européens d’accroître leur budget militaire», Le Monde, 14 décembre 2024.

Η Επανάσταση του 1943

Η Επανάσταση του 1943

revolution in the world

ελευθερη εκφραση

Η λίστα ιστολογίων μου

προσωπικές ιστοσελίδες

τύπος

διαφορα

È