Τη νύχτα της 24ης προς 25η του Απρίλη 1974 εκδηλώνεται στην Πορτογαλία στρατιωτικό κίνημα για την ανατροπή του δικτατορικού καθεστώτος, που συμπλήρωνε 42 χρόνια. Ετσι, άρχισε η «επανάσταση των γαρυφάλλων».
Στην καρδιά αυτού του κινήματος ήταν το Κίνημα Ενόπλων Δυνάμεων (ΚΕΔ), μια οργάνωση που συγκέντρωνε πολλούς κατώτερους και μεσαίους αξιωματικούς αλλά και αρκετά υψηλόβαθμα στελέχη των πορτογαλικών Ενόπλων Δυνάμεων. Αυτό που συνένωνε τα μέλη του ΚΕΔ ήταν η πεποίθηση ότι έπρεπε να τερματιστεί η αποικιοκρατική παρουσία της Πορτογαλίας στην Αφρική, αλλά και να τεθεί τέρμα στη δικτατορική διακυβέρνηση της χώρας, που είχε οδηγήσει σε εξαθλίωση μεγάλα τμήματα του πληθυσμού.
Αν προσθέσει κανείς την καλπάζουσα δυσαρέσκεια για τη διαρκή κοινωνική υποβάθμιση των στρατιωτικών, την πολιτική και ηθική ανυποληψία του λαομίσητου καθεστώτος Καετάνο και την ισχυρή επιρροή του εκτός νόμου Κομμουνιστικού Κόμματος, δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί την εκρηκτική κατάσταση που διαμορφωνόταν στους κόλπους των πορτογαλικών Ενόπλων Δυνάμεων.
Η αντίστροφη μέτρηση άρχισε το Φλεβάρη του 1974 όταν εκδηλώθηκε η ανοιχτή αντίθεση ενός μέρους της ανώτατης στρατιωτικής ηγεσίας με την πολιτική της δικτατορίας. Τη νύχτα της 24ης του Απρίλη στρατιωτικές μονάδες από όλη τη χώρα κινούνται και καταλαμβάνουν όλα τα κρίσιμα σημεία. Τα ξημερώματα της 25ης του Απρίλη το κίνημα έχει επικρατήσει ολοκληρωτικά και ο δικτάτορας Καετάνο παραδίδεται στο στρατηγό Σπίνολα, ο οποίος αναλαμβάνει την εξουσία εν ονόματι του ΚΕΔ. Από την πρώτη στιγμή φαίνεται ότι δεν είναι ένα συνηθισμένο πραξικόπημα, αλλά μια πραγματική λαϊκή επανάσταση με πυροκροτητή το στρατό. Χιλιάδες διαδηλωτές ξεχύνονται στους δρόμους και ενώνονται με τους στρατιώτες, απειλώντας να λιντσάρουν τους ανθρώπους του λαομίσητου καθεστώτος. Οι πολιτικοί κρατούμενοι απελευθερώνονται από τις φυλακές, οι εργάτες καταλαμβάνουν τα εργοστάσια, ενώ ακτήμονες αγρότες καταλαμβάνουν λατιφούντια γαιοκτημόνων και δημιουργούν αυτοδιοικούμενους συνεταιρισμούς.
Στις 28 του Απρίλη επιστρέφει στην Πορτογαλία από το Παρίσι ο ηγέτης του Σοσιαλιστικού Κόμματος, Μάριο Σοάρες. Δυο μέρες αργότερα επιστρέφει από τη Μόσχα και γίνεται δεκτός από δεκάδες χιλιάδες λαού ο ηγέτης του Κομμουνιστικού Κόμματος, Αλβάρο Κουνιάλ. Οι δύο ηγέτες είναι οι ομιλητές στην κεντρική εκδήλωση της Εργατικής Πρωτομαγιάς, που μετατρέπεται σε ογκωδέστατο συλλαλητήριο λαού και στρατού για το γιορτασμό της Επανάστασης.