Το σκάνδαλο των μεταναστών που τολμούν να πνίγονται μπροστά στις ξαπλώστρες, η Ανχέλικα Λίντελ και τα ΜΜΕ. Ο Θέμελης Γλυνάτσης στο TheTOC.gr για την πρώτη του σκηνοθεσία στο Φεστιβάλ Αθηνών. της Ειρήνης Ορφανίδου «Και τα ψάρια βγήκαν να πολεμήσουν ενάντια στους ανθρώπους». Ο (νεαρός) σκηνοθέτης Θέμελης Γλυνάτσης κάνει το ντεμπούτο του στο Φεστιβάλ Αθηνών, στις 13 και 14 Ιουνίου, στην Πειραιώς 260, συστήνοντας στο ελληνικό κοινό το παραβολικό έργο της καταλανής Ανχέλικα Λίντελ.
Η «δεύτερη Αμπράμοβιτς», όπως τη χαρακτηρίζει ο Γλυνάτσης, εστιάζει στους πνιγμούς των μεταναστών που διασχίζουν τη Μεσόγειο, από τη Βόρειο Αφρική μέχρι τις ακτές της Ισπανίας.
Στόχος της δεν είναι η ρεαλιστική, ειδησεογραφική απεικόνιση των πνιγμών, αλλά η κατασκευή μιας ακραίας, αναρχικής και επιθετικής μυθολογίας. Η εξέγερση των ψαριών που έχουν καταβροχθίσει τα πτώματα των μεταναστών φαντάζει σαν βιβλική παραβολή, σαν μύθος μιας υπόκωφης εξέγερσης, που απειλεί άμεσα ή έμμεσα την πραγματικότητα τόσο των δραματικών προσώπων, όσο και του δυτικού κόσμου, που ακόμα και σε επίπεδο πολιτών, έχει διαλέξει τον ρόλο κουρασμένου θεατή.
Το τραύμα έχει αρχίσει να χάνει το γνώρισμα του βιώματος. Δεσμεύεται στην αναπαράσταση της ειδησεογραφίας, της επανάληψης.
Λίγες ημέρες μετά τις παραστάσεις του με το έργο «Στο Χείλος» της Κλωντίν Γκαλεά, που παρουσιάστηκε στο πλαίσιο του φεστιβάλ «Το Γαλλικό Θέατρο à la Grecque» στο Ιδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης και ενώ προετοιμάζει τη νέα του δουλειά «Και τα ψάρια βγήκαν να πολεμήσουν ενάντια στους ανθρώπους», ο Θέμελης Γλυνάτσης μιλά στο TheTOC.gr.
Για το τραύμα και το βίωμα στην «αναπαράσταση» της ειδησεογραφίας, για το κοινό που έχει συνηθίσει στον κυνισμό -στη ζωή και στην τέχνη- την Ανχέλικα Λίντελ, τη θεατρική βιομηχανία, τους Eλληνες και την αντοχή τους, τη χειραγώγηση μέσω του φόβου, την «πολιτική γλώσσα που κυρτώνει κάθε έννοια του γεγονότος, και το καθιστά εμπορεύσιμο και ιδεολογικό προϊόν».
Tο στόρι του έργου σε πρώτο επίπεδο αφήγησης
Τα κοινά σημεία με την Ανχέλικα Λίντελ
«Αυτό που αναγνωρίζω σαν κάτι βαθύτατα γνώριμο και ενοχλητικά οικείο είναι η νεφελώδης και συμπλεγματική τοποθέτηση ενός καλλιτέχνη έναντι κοινωνικών, ιστορικών και πολιτικών τραυμάτων. Ενός καλλιτέχνη που ζει σε μια εποχή μετά το μοντέρνο, μετά την αποδόμηση της ιδεολογίας, μετά την αποσάθρωση της λογοτεχνικής γλώσσας, μετά τη δυναμικότητα της αβάντ- γκαρντ.
Αδυνατώ να απαντήσω ευθέως για το πώς στέκεται ένας σύγχρονος καλλιτέχνης μπροστά στο σύγχρονο τραύμα, το οποίο με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, γίνεται γνωστό μέσω διαμεσολαβήσεων. Το τραύμα έχει αρχίσει να χάνει το γνώρισμα του βιώματος. Δεσμεύεται στην αναπαράσταση της ειδησεογραφίας, της επανάληψης. Και η Λίντελ μιλάει για αυτό. Μιλάει για τη δέσμευση του καλλιτέχνη, για το δίπολο της παθητικότητας και της εύκολης εξεγερτικής γραφής. Είναι δύσκολα θέματα αυτά, πολύ δύσκολα, και κατά τη γνώμη μου, αυτή είναι η αφετηρία μιας συζήτησης που έχει ήδη αργήσει να γίνει: Θεωρώ πως πρέπει να σταματήσει ο ψυχαναγκασμός της επίκαιρης τέχνης, και να συζητήσουμε την έννοια της πολιτικής δέσμευσης της τέχνης. Να μιλήσουμε για τη γλώσσα, τη φόρμα, το κοινό, την αισθητική, την ιδεολογία, την πολιτική θεωρία, το ιστορικό τραύμα».
Το κοινό έχει συνηθίσει το ακραίο. Που φυσικά είναι αποθαρρυντικό. Και αρκετά ανησυχητικό. Το «άβολο» έχει γίνει και αυτό προϊόν.
Το κοινό να νιώσει άβολα
«Πρέπει αναπόφευκτα να μιλήσουμε για το τι εννοούμε με το να κάνουμε το κοινό να αισθανθεί άβολα. Η σωματική βία, η χυδαιολογία, το κιτς είναι, κατ’ εμέ, πλέον κώδικες παρελθοντικοί, οι οποίοι επαναλαμβάνονται ως εικονογραφία και όχι ως ουσία. Τα performances της Μαρίνα Αμπράμοβιτς είναι πλέον «έργα». Εκτίθενται σε μεγάλα μουσεία και τα αντιμετωπίζουμε όπως ένα πίνακα του Ρέμπραντ. Το κοινό έχει συνηθίσει το ακραίο. Που φυσικά είναι αποθαρρυντικό. Και αρκετά ανησυχητικό. Το «άβολο» έχει γίνει και αυτό προϊόν. Το «άβολο» φοβάμαι πως έχει ταυτιστεί με το προφανές».
Οι Ελληνες την τελευταία τετραετία και όταν «στριμώχνεις» έναν ήδη «τραυματισμένο άνθρωπο»
To «πολιτικό θέατρο» σήμερα
«Ειλικρινά δεν έχω ιδέα. Δεν γνωρίζω καν αν υπάρχει πολιτικό θέατρο. Οπως είπα και πριν, πρέπει να συζητήσουμε για το τι εννοούμε με τον όρο πολιτικό θέατρο. Μια θεατρική βιομηχανία που έλκεται εμμονικά από την επικαιρότητα δεν συνάδει απαραίτητα με το πολιτικό θέατρο. Το ιστορικό τραύμα φαντάζει φετιχιστικό στη σύγχρονη τέχνη. Για μένα το πολιτικό θέατρο πρέπει να αποτελείται από βαθιές και σαφείς φιλοσοφικές και καλλιτεχνικές δομές. Το πολιτικό θέατρο δεν είναι ένα θέατρο που απλά αντιδρά στην επικαιρότητα κρίνοντας από το παρελθόν, το ουσιαστικά πολιτικό θέατρο είναι αυτό που ανατρέπει το ίδιο το θέατρο. Το πολιτικό θέατρο, κατά τη γνώμη μου πάντα, είναι η αποτύπωση μιας αυτοκτονίας της ίδιας της θεατρικής τέχνης. Και από τα θραύσματα να δημιουργείται μια νέα δομή, μια νέα θεατρική γλώσσα, μια νέα θεατρική αισθητική».
ο λόγος έχει ακόμα την ικανότητα να σοκάρει. Η γλώσσα έχει αυτή τη διαβολική ικανότητα να ξεδιπλώνεται στην συνείδηση του ακροατή.
Ενημέρωση, τηλεόραση και διαδίκτυο
«Βλέπω ειδήσεις, και φυσικά, διαβάζω πολλά άρθρα στο ίντερνετ. Ελληνικό και ξένο Τύπο. Οσο περισσότερο μπορώ. Διαπιστώνω όμως μια αισχρή χειραγώγηση του αναγνώστη που βασίζεται στον ερεθισμό πολύ χαμηλών ενστίκτων (όπως ο φόβος) και σε συντηρητικούς και δεσμευτικούς ηθικολογικούς κανόνες. Διαπιστώνω μια πολιτική γλώσσα που κυρτώνει κάθε έννοια του γεγονότος, και το καθιστά εμπορεύσιμο και ιδεολογικό προϊόν. Διαπιστώνω επίσης αποκόμματα ιδεολογίας άλλων εποχών να σπέρνονται ύποπτα σαν σωσίβια. Κυρίως διαπιστώνω ένα κόσμο σε βαθύτατη κρίση, που έχει βουλιάξει σε έναν απύθμενο κυνισμό και σε μια απερίγραπτη βία. Σε ένα κόσμο που αγνοεί τα ανθρώπινα δικαιώματα, που αγνοεί την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Ενα κόσμο που σνομπάρει την εκπαίδευση και το πολιτισμό. Ενα κόσμο που φλερτάρει αδιάκοπα πλέον με φασιστικές αντιλήψεις. Ένα κόσμο φοβικό. Και φυσικά τρομάζω και θλίβομαι, και πολλές φορές αισθάνομαι ανήμπορος».
Οι γονείς σου για τις παραστάσεις σου
«Θα ήταν καλύτερο να ρωτήσετε τους ίδιους! Φυσικά δεν τους αρέσουν όλες, και αν μη τι άλλο, μου το λένε ειλικρινά. Πιστεύω όμως πως ακόμα και στις παραστάσεις που δεν τους αγγίζουν, αναγνωρίζουν τη δουλειά και το σκεπτικό. Και πολλές φορές, αυτό είναι υπερ-αρκετό για ένα καλλιτέχνη».
Ταυτότητα παράστασης
Μετάφραση: Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, Αλεξάνδρα Γκολφινοπούλου
Σκηνοθεσία: Θέμελης Γλυνάτσης
Σκηνικά: Αδριανός Ζαχαριάς
Κοστούμια: Μαργαρίτα Δοσούλα
Φωτισμοί: Μελίνα Μάσχα
Μουσική επιμέλεια: Silent Move
Παίζουν: Σοφία Μαραθάκη, Νέστορας Κοψιδάς και Αλεξάνδρα Ντεληθέου.
Η παράσταση είναι συμπαραγωγή της εταιρίας θεάτρου DOT και της ομάδας ΑΤΟΝΑλ.
info: Φεστιβάλ Αθηνών «Και τα ψάρια βγήκαν να πολεμήσουν ενάντια στους ανθρώπους»
της Ανχέλικα Λίντελ, σκηνοθεσία Θέμελης Γλυνάτσης. 13 & 14 Ιουνίου, 21:00. Πειραιώς
260, Κτίριο Ε. Τιμές εισιτηρίων: 15€, Φοιτητικό: 5€, Μειωμένο: 10€, Κάρτα ανεργίας: 5€,
ΑμεΑ: 5 ευρώ. Έναρξη προπώλησης: 23 Μαΐου
Πηγη:http://www.thetoc.gr
Η «δεύτερη Αμπράμοβιτς», όπως τη χαρακτηρίζει ο Γλυνάτσης, εστιάζει στους πνιγμούς των μεταναστών που διασχίζουν τη Μεσόγειο, από τη Βόρειο Αφρική μέχρι τις ακτές της Ισπανίας.
Στόχος της δεν είναι η ρεαλιστική, ειδησεογραφική απεικόνιση των πνιγμών, αλλά η κατασκευή μιας ακραίας, αναρχικής και επιθετικής μυθολογίας. Η εξέγερση των ψαριών που έχουν καταβροχθίσει τα πτώματα των μεταναστών φαντάζει σαν βιβλική παραβολή, σαν μύθος μιας υπόκωφης εξέγερσης, που απειλεί άμεσα ή έμμεσα την πραγματικότητα τόσο των δραματικών προσώπων, όσο και του δυτικού κόσμου, που ακόμα και σε επίπεδο πολιτών, έχει διαλέξει τον ρόλο κουρασμένου θεατή.
Το τραύμα έχει αρχίσει να χάνει το γνώρισμα του βιώματος. Δεσμεύεται στην αναπαράσταση της ειδησεογραφίας, της επανάληψης.
Λίγες ημέρες μετά τις παραστάσεις του με το έργο «Στο Χείλος» της Κλωντίν Γκαλεά, που παρουσιάστηκε στο πλαίσιο του φεστιβάλ «Το Γαλλικό Θέατρο à la Grecque» στο Ιδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης και ενώ προετοιμάζει τη νέα του δουλειά «Και τα ψάρια βγήκαν να πολεμήσουν ενάντια στους ανθρώπους», ο Θέμελης Γλυνάτσης μιλά στο TheTOC.gr.
Για το τραύμα και το βίωμα στην «αναπαράσταση» της ειδησεογραφίας, για το κοινό που έχει συνηθίσει στον κυνισμό -στη ζωή και στην τέχνη- την Ανχέλικα Λίντελ, τη θεατρική βιομηχανία, τους Eλληνες και την αντοχή τους, τη χειραγώγηση μέσω του φόβου, την «πολιτική γλώσσα που κυρτώνει κάθε έννοια του γεγονότος, και το καθιστά εμπορεύσιμο και ιδεολογικό προϊόν».
Tο στόρι του έργου σε πρώτο επίπεδο αφήγησης
«Το έργο δεν βασίζεται σε αφήγηση με την συμβατική έννοια του όρου. Eνα απόκοσμο, ρατσιστικό πλάσμα, η Πουτάνα, μιλάει ακατάπαυστα στον βουβό κύριο Πουτάνα για το σκάνδαλο των μεταναστών που τολμούν να πνίγονται μπροστά στις ξαπλώστρες της, για τη φάρμα στο βουνό, για τον χάρτη της Αφρικής που είχε φτιάξει όταν ήταν μαθήτρια, παραλείποντας τα ονόματα των χωρών. Η αφήγηση του έργου είναι, κατ’ εμέ, μια καυστική αναπαράσταση ενός ρατσιστικού παραληρήματος που οδηγεί στη μανία».
Τα κοινά σημεία με την Ανχέλικα Λίντελ
«Αυτό που αναγνωρίζω σαν κάτι βαθύτατα γνώριμο και ενοχλητικά οικείο είναι η νεφελώδης και συμπλεγματική τοποθέτηση ενός καλλιτέχνη έναντι κοινωνικών, ιστορικών και πολιτικών τραυμάτων. Ενός καλλιτέχνη που ζει σε μια εποχή μετά το μοντέρνο, μετά την αποδόμηση της ιδεολογίας, μετά την αποσάθρωση της λογοτεχνικής γλώσσας, μετά τη δυναμικότητα της αβάντ- γκαρντ.
Αδυνατώ να απαντήσω ευθέως για το πώς στέκεται ένας σύγχρονος καλλιτέχνης μπροστά στο σύγχρονο τραύμα, το οποίο με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, γίνεται γνωστό μέσω διαμεσολαβήσεων. Το τραύμα έχει αρχίσει να χάνει το γνώρισμα του βιώματος. Δεσμεύεται στην αναπαράσταση της ειδησεογραφίας, της επανάληψης. Και η Λίντελ μιλάει για αυτό. Μιλάει για τη δέσμευση του καλλιτέχνη, για το δίπολο της παθητικότητας και της εύκολης εξεγερτικής γραφής. Είναι δύσκολα θέματα αυτά, πολύ δύσκολα, και κατά τη γνώμη μου, αυτή είναι η αφετηρία μιας συζήτησης που έχει ήδη αργήσει να γίνει: Θεωρώ πως πρέπει να σταματήσει ο ψυχαναγκασμός της επίκαιρης τέχνης, και να συζητήσουμε την έννοια της πολιτικής δέσμευσης της τέχνης. Να μιλήσουμε για τη γλώσσα, τη φόρμα, το κοινό, την αισθητική, την ιδεολογία, την πολιτική θεωρία, το ιστορικό τραύμα».
Το κοινό έχει συνηθίσει το ακραίο. Που φυσικά είναι αποθαρρυντικό. Και αρκετά ανησυχητικό. Το «άβολο» έχει γίνει και αυτό προϊόν.
Το κοινό να νιώσει άβολα
«Πρέπει αναπόφευκτα να μιλήσουμε για το τι εννοούμε με το να κάνουμε το κοινό να αισθανθεί άβολα. Η σωματική βία, η χυδαιολογία, το κιτς είναι, κατ’ εμέ, πλέον κώδικες παρελθοντικοί, οι οποίοι επαναλαμβάνονται ως εικονογραφία και όχι ως ουσία. Τα performances της Μαρίνα Αμπράμοβιτς είναι πλέον «έργα». Εκτίθενται σε μεγάλα μουσεία και τα αντιμετωπίζουμε όπως ένα πίνακα του Ρέμπραντ. Το κοινό έχει συνηθίσει το ακραίο. Που φυσικά είναι αποθαρρυντικό. Και αρκετά ανησυχητικό. Το «άβολο» έχει γίνει και αυτό προϊόν. Το «άβολο» φοβάμαι πως έχει ταυτιστεί με το προφανές».
Οι Ελληνες την τελευταία τετραετία και όταν «στριμώχνεις» έναν ήδη «τραυματισμένο άνθρωπο»
«Θεωρώ πως ειδικότερα στην Ελλάδα, ο καλλιτέχνης πρέπει να «στριμώξει» το κοινό και να το κάνει να σκεφτεί. Και να σκεφτεί πολύ. Για αυτό δεν αποσκοπώ σε ένα θέατρο με σύνθετους εικαστικούς κώδικες προσπαθώ, όσο μπορώ, να κάνω το κοινό να προσέξει την αναδίπλωση απλών κωδικών, και κυρίως, να προσέξει το λόγο. Για εμένα, ο λόγος έχει ακόμα την ικανότητα να σοκάρει. Η γλώσσα έχει αυτή τη διαβολική ικανότητα να ξεδιπλώνεται στην συνείδηση του ακροατή. Το σοκ βρίσκεται πάντα στη συνείδηση του κοινού, όχι στο θέαμα. Στη δική μου αντίληψη, αυτό το σοκ επιτυγχάνεται συχνά υπόκωφα, αργά, υπομονετικά, πλάγια. Πιστεύω πως η τέχνη οφείλει να «στριμώχνει». Η τέχνη είναι εξ’ ορισμού δύσκολο πράγμα. Ισως από τα πιο δύσκολα κομμάτια του πολιτισμού. Φυσικά η τέχνη θα έπρεπε να μας κάνει να αισθανθούμε άβολα. Ας είμαστε τραυματισμένοι».
To «πολιτικό θέατρο» σήμερα
«Ειλικρινά δεν έχω ιδέα. Δεν γνωρίζω καν αν υπάρχει πολιτικό θέατρο. Οπως είπα και πριν, πρέπει να συζητήσουμε για το τι εννοούμε με τον όρο πολιτικό θέατρο. Μια θεατρική βιομηχανία που έλκεται εμμονικά από την επικαιρότητα δεν συνάδει απαραίτητα με το πολιτικό θέατρο. Το ιστορικό τραύμα φαντάζει φετιχιστικό στη σύγχρονη τέχνη. Για μένα το πολιτικό θέατρο πρέπει να αποτελείται από βαθιές και σαφείς φιλοσοφικές και καλλιτεχνικές δομές. Το πολιτικό θέατρο δεν είναι ένα θέατρο που απλά αντιδρά στην επικαιρότητα κρίνοντας από το παρελθόν, το ουσιαστικά πολιτικό θέατρο είναι αυτό που ανατρέπει το ίδιο το θέατρο. Το πολιτικό θέατρο, κατά τη γνώμη μου πάντα, είναι η αποτύπωση μιας αυτοκτονίας της ίδιας της θεατρικής τέχνης. Και από τα θραύσματα να δημιουργείται μια νέα δομή, μια νέα θεατρική γλώσσα, μια νέα θεατρική αισθητική».
ο λόγος έχει ακόμα την ικανότητα να σοκάρει. Η γλώσσα έχει αυτή τη διαβολική ικανότητα να ξεδιπλώνεται στην συνείδηση του ακροατή.
Ενημέρωση, τηλεόραση και διαδίκτυο
«Βλέπω ειδήσεις, και φυσικά, διαβάζω πολλά άρθρα στο ίντερνετ. Ελληνικό και ξένο Τύπο. Οσο περισσότερο μπορώ. Διαπιστώνω όμως μια αισχρή χειραγώγηση του αναγνώστη που βασίζεται στον ερεθισμό πολύ χαμηλών ενστίκτων (όπως ο φόβος) και σε συντηρητικούς και δεσμευτικούς ηθικολογικούς κανόνες. Διαπιστώνω μια πολιτική γλώσσα που κυρτώνει κάθε έννοια του γεγονότος, και το καθιστά εμπορεύσιμο και ιδεολογικό προϊόν. Διαπιστώνω επίσης αποκόμματα ιδεολογίας άλλων εποχών να σπέρνονται ύποπτα σαν σωσίβια. Κυρίως διαπιστώνω ένα κόσμο σε βαθύτατη κρίση, που έχει βουλιάξει σε έναν απύθμενο κυνισμό και σε μια απερίγραπτη βία. Σε ένα κόσμο που αγνοεί τα ανθρώπινα δικαιώματα, που αγνοεί την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Ενα κόσμο που σνομπάρει την εκπαίδευση και το πολιτισμό. Ενα κόσμο που φλερτάρει αδιάκοπα πλέον με φασιστικές αντιλήψεις. Ένα κόσμο φοβικό. Και φυσικά τρομάζω και θλίβομαι, και πολλές φορές αισθάνομαι ανήμπορος».
Οι γονείς σου για τις παραστάσεις σου
«Θα ήταν καλύτερο να ρωτήσετε τους ίδιους! Φυσικά δεν τους αρέσουν όλες, και αν μη τι άλλο, μου το λένε ειλικρινά. Πιστεύω όμως πως ακόμα και στις παραστάσεις που δεν τους αγγίζουν, αναγνωρίζουν τη δουλειά και το σκεπτικό. Και πολλές φορές, αυτό είναι υπερ-αρκετό για ένα καλλιτέχνη».
Ταυτότητα παράστασης
Μετάφραση: Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, Αλεξάνδρα Γκολφινοπούλου
Σκηνοθεσία: Θέμελης Γλυνάτσης
Σκηνικά: Αδριανός Ζαχαριάς
Κοστούμια: Μαργαρίτα Δοσούλα
Φωτισμοί: Μελίνα Μάσχα
Μουσική επιμέλεια: Silent Move
Παίζουν: Σοφία Μαραθάκη, Νέστορας Κοψιδάς και Αλεξάνδρα Ντεληθέου.
Η παράσταση είναι συμπαραγωγή της εταιρίας θεάτρου DOT και της ομάδας ΑΤΟΝΑλ.
info: Φεστιβάλ Αθηνών «Και τα ψάρια βγήκαν να πολεμήσουν ενάντια στους ανθρώπους»
της Ανχέλικα Λίντελ, σκηνοθεσία Θέμελης Γλυνάτσης. 13 & 14 Ιουνίου, 21:00. Πειραιώς
260, Κτίριο Ε. Τιμές εισιτηρίων: 15€, Φοιτητικό: 5€, Μειωμένο: 10€, Κάρτα ανεργίας: 5€,
ΑμεΑ: 5 ευρώ. Έναρξη προπώλησης: 23 Μαΐου
Πηγη:http://www.thetoc.gr