Ο Χαλίλ Γκιμπράν (1883-1931), γνωστός σαν Αθάνατος Προφήτης του Λιβάνου και Σοφός της Εποχής του, γεννήθηκε στη διάσημη πόλη Μπεχάρη. Γονείς του ήταν ο Χαλίλ Γκιμπράν και η Καμίλλα. Σπούδασε στο Μπεχάρη, το Λίβανο, τη Βηρυτό και τη Βοστόνη. Τέλειωσε τη “Σχολή Σοφίας” και έπειτα ταξίδεψε σ’ ολόκληρη τη Συρία και το Λίβανο για να επισκεφτεί τους ιστορικούς χώρους και τα ερείπια του αρχαίου πολιτισμού. Έπειτα σπούδασε τρία χρόνια στη σχολή καλών τεχνών στο Παρίσι και τελειώνοντας γύρισε να ζήσει στη Νέα Υόρκη. Ο τόνος της θλίψης που εμφανίζεται τόσο συχνά στα ποιήματα, τα διηγήματα και τα γράμματα του Χαλίλ Γκιμπράν, μπορεί να αποδοθεί στις ατυχίες που γνώρισε στα νιάτα του, όπως και το θάνατο των αδερφών του και της μητέρας του, που λάτρευε.
Ο Γκιμπράν ήταν επαναστάτης και αγωνιστής, αφού πολεμούσε διαρκώς για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ήταν μεγάλος φιλόσοφος και έχει θίξει μέσα στα βιβλία του ένα μεγάλο φάσμα θεμάτων. Το κράμα δυτικής και ανατολικής σοφίας που υιοθέτησε ο Γκιμπράν στα γραπτά του, όπως επίσης και ο πλούσιος πνευματικός και αισθηματικός κόσμο που διέθετε, έγιναν η αιτία να γίνει αγαπητός σε πολλούς αναγνώστες σε όλο τον κόσμο, αφού τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες.
Βιβλία του ιδίου: Αυτοπροσωπογραφία, Άμμος και Αφρός, Τα σπασμένα φτερά, Σκέψεις και διαλογισμοί, Ο προφήτης – Ο κήπος του προφήτη, Ανυπόταχτες Ψυχές κ.τ.λ.
“Υπάρχει κάτι στη ζωή μας που είναι ευγενέστερο και ανώτερο από τη δόξα. Και αυτό το ‘κάτι’ είναι η μεγάλη πράξη που επικαλείται τη δόξα. Αισθάνομαι μέσα μου μια κρυμμένη δύναμη που επιθυμεί να καλύψει τη γύμνια της με ένα όμορφο ρούχο από μεγάλες πράξεις. Αυτό με κάνει να αισθάνομαι ότι ήρθα σ’ αυτό τον κόσμο για να γράψω το όνομα μου με μεγάλα γράμματα πάνω στο πρόσωπο της ζωής…
“Σαν o έρωτας σε μαγέψει ακολούθησέ τον, όσο κι αν οι δρόμοι του είναι τραχιοί κι απότομοι.
Κι όταν οι φτερούγες του σε τυλίξουν, γείρε πάνω του, όσο κι αν το σπαθί που κρύβει στο φτέρωμά του μπορεί να σε πληγώσει .
Κι όταν σου μιλάει πίστεψέ τον, όσο κι αν η φωνή του γκρεμίζει τα όνειρά σου, όπως ο βόρειος άνεμος τον κήπο σου κουρσεύει.
Γιατί όσο κι αν ο έρωτας σε στολίζει, άλλο τόσο σε σταυρώνει.
Όσο κι αν σε βοηθάει ν’ανθίσεις, τόσο από την άλλη κλαδεύει τα κλωνιά σου.
Όσο κι αν σκαρφαλώνει ψηλά για να σε φτάσει, τα τρυφερά κλαδιά σου να χαϊδέψει, που λικνίζονται στον ήλιο,έτσι ως τις ρίζες σου θα κατεβεί, να τις ταρακουνήσει καθώς αγκιστρωμένες είναι μες το χώμα…;
Κι αν μες το φόβο σου γύρευες απ’τον έρωτα μόνo γαλήνη και η ηδονή,
τότε είναι καλύτερα τη γύμνια σου να κρύψεις και να περάσεις μακριά απ΄του
έρωτα τα αλώνια, να βγεις στον κόσμο που δεν έχει εποχές, εκεί που θα
γελάς, μα θα ναι το γέλιο μισερό, κει που θα κλαις, μα θα ναι λειψά τα δάκρυά σου…
Πόνος
Και μια γυναίκα μίλησε και είπε, Μίλησέ μας για τον Πόνο.
Και κείνος αποκρίθηκε:
Ο πόνος σας είναι το σπάσιμο του οστράκου που περικλείει τη γνώση σας.
Όπως το τσόφλι του καρπού πρέπει να σπάσει, για να βγει η καρδιά του στο φως του ήλιου, έτσι κι εσείς πρέπει να γνωρίσετε τον πόνο.
Κι αν μπορούσατε να κρατάτε στην καρδιά σας το θαυμασμό για τα καθημερινά θαύματα της ζωής σας. Ο πόνος δε θα σας φαινόταν λιγότερο θαυμαστός από τη χαρά σας.
Και θα δεχόσαστε τις εποχές της καρδιάς σας, όπως δέχεστε από πάντα τις εποχές που περνούν πάνω από τα χωράφια σας.
Και θα παρατηρούσατε με ηρεμία τους χειμώνες της θλίψης σας.
Πολλούς από τους πόνους σας τους διαλέγετε μονάχοι.
Είναι το πικρό φάρμακο που μ’ αυτό ο γιατρός που είναι μέσα σας θεραπεύει τον άρρωστο εαυτό σας.
Γι’ αυτό, να εμπιστεύεστε το γιατρό, και να πίνετε το φάρμακό του, σιωπηλά και ήρεμα.
Γιατί το χέρι του, αν και βαρύ και σκληρό, οδηγείται από το τρυφερό χέρι του Αόρατου,
Και η κούπα που σας δίνει, μ’ όλο που καίει τα χείλη σας, είναι φτιαγμένη από τον πηλό που ο μεγάλος Αγγειοπλάστης μούσκεψε με τα δικά του άγια δάκρυα.
Αυτογνωσία
Και κάποιος άντρας είπε, Μίλησέ μας για την Αυτογνωσία.
Κι εκείνος απάντησε λέγοντας:
Οι καρδιές σας γνωρίζουν σιωπηλά τα μυστικά των ημερών και των νυχτών.
Αλλά τ’ αφτιά σας διψούν για τον ήχο της γνώσης της καρδιάς σας.
Θέλετε να γνωρίσετε με λόγια αυτό που γνωρίζετε από πάντα στη σκέψη.
Θέλετε ν’ αγγίξετε με τα δάχτυλά σας το γυμνό σώμα των ονείρων σας.
Και είναι καλό που το θέλετε.
Το κρυφό πηγάδι της ψυχής σας πρέπει να αναβλύσει και να τρέξει κελαρύζοντας προς τη θάλασσα.
Και ο θησαυρός του άπειρου βάθους σας πρέπει να αποκαλυφθεί στα μάτια σας.
Δεν πρέπει όμως να υπάρχουν ζυγαριές για να ζυγίζουν τον άγνωστο θησαυρό σας. Και μη μετράτε τα βάθη της γνώσης σας με το βυθομετρικό κοντάρι ή το σχοινί.
Γιατί ο εαυτός είναι μια θάλασσα απεριόριστη και άμετρη.
Μη λέτε, “Βρήκα την αλήθεια”, αλλά να λέτε, “Βρήκα μιαν αλήθεια”.
Μη λέτε, “Βρήκα το μονοπάτι της ψυχής”, αλλά να λέτε, “Συνάντησα την ψυχή που περπατούσε στο μονοπάτι μου”.
Γιατί η ψυχή περπατά πάνω σ’ όλα τα μονοπάτια.
Η ψυχή δεν περπατά πάνω σε μια γραμμή, ούτε μεγαλώνει σαν καλάμι.
Η ψυχή ξεδιπλώνεται, όπως ο λωτός με τα αναρίθμητα πέταλα.
Η δουλεια
Σας έχουν πει ότιη ζωή είναι σκοτάδι και μέσα στην απελπισία, σας γυρίζει σαν ηχώ αυτό που ειπώθηκε από τον απελπισμένο.
Κι εγώ σας λέω πως η ζωή είναι σκοτάδι αν δεν υπάρχει πάθος.
Και κάθε πάθος είναι τυφλό αν δεν υπάρχει γνώση. Και κάθε γνώση είναι μάταιη χωρίς δουλειά, μα και η δουλειά είναι άδεια χωρίς αγάπη. Μα σαν δουλεύτε μ’ αγάπη, ενώνεστε με τον εαυτό σας κι ο ένας με τον άλλο κιόλοι σας με το Θεό.
Και τι σημαίνει δουλεύω με αγάπη; Σημαίνει να υφαίνεις με κλωστές που τραβάς απ’ την καρδιά σου, σαν ναταν να φορέσει το ύφασμα αυτό η αγαπημένη σου ψυχή…
Σημαίνει να χτίζεις ένα σπίτι με στοργή, σαν ναταν να κατοικήσει σ’ αυτό η αγαπημένη σου ψυχή…
Σημαίνει να σπέρνεις με τρυφερότητα τους σπόρους και με χαρά να συλλέγεις τη σοδειά, σαν ναταν να φάει τον καρπό η αγαπημένη σου ψυχή…
Σημαίνει να δίνεις σε όλα το δικό σου νόημα, με μια ανάσα από το πνεύμα σου…
Πολλές φορές σας άκουσα να λέτε σαν να μιλούσατε στον ύπνο σας “αυτός που δουλεύει το μάρμαρο και βρίσκει της ψυχής του την έκφραση στην πέτρα, είναι ανώτερος από αυτόν που οργώνει τη γη. Κι αυτός που πιάνει τα χρώματα του ουράνιου τόξου και τα βάζει πάνω σ’ ένα πανί μα ανθρώπινες μορφές, αξίζει περισσότερο από αυτόν που φτιάχνει σανδάλια για τα πόδια μας”.
Αλλά εγώ σας λέω, όχι στον ύπνο μου μα ολόξυπνος στο καταμεσήμερο, ότι ο άνεμος δεν τραγουδά γλυκύτερα στις γιγάντιες βελανιδιές απ’ όσο στο πιο μικρό και ταπεινό χορταράκι…
Και μεγάλος είναι αυτός που μεταλλάζει τη φωνή του ανέμου σε τραγούδι και το κάνει γλυκό με την αγάπη του.
Η δουλειά είναι φανερωμένη αγάπη. Κι αν δεν μπορείτε να δουλεύετε μα αγάπη, παρά μόνο με αηδία, καλύτερα παρατείστε τη δουλειά σας και καθείστε στην πύλη του ναού να παίρνετε ελεημοσύνη απ’ αυτούς που δουλεύουν με χαρά.
Γιατί αν ψήνεις το ψωμί με αδιαφορία, ψήνεις πικρό ψωμί, που δε χορταίνει παρά την μισή πείνα του ανθρώπου. Κι αν αγανακτείς με των σταφυλιών το πάτημα, η αγανάκτησή σου στάζει δηλητήριο στο κρασί. Κι αν σαν τους αγγέλους τραγουδάς, μα δεν αγαπάς το τραγούδι, βουλώνεις τα αυτιά του ανθρώπου στης μέρας τις φωνές και στις φωνές της νύχτας..
“Το Κάλεσμα του Εραστή”
Που είσαι αγαπημένη; Μήπως σ’ εκείνο το μικρό
παράδεισο, να ποτίζεις τα λουλούδια που σε κοιτάνε
όπως τα βρέφη το στήθος της μάνας;
Ή μήπως στο δωμάτιό σου, όπου ο βωμός
της αρετής στήθηκε προς τιμή σου
και που σ’ αυτόν προσφέρεις θυσία την ψυχή και την
καρδιά μου;
Ή ανάμεσα στα βιβλία, γυρεύοντας ανθρώπινη γνώση
ενώ είσαι γεμάτη ουράνια σοφία;
Ω συντρόφισσα της ψυχής μου, που είσαι;
Προσεύχεσαι στο ναό; Ή καλείς τη Φύση στο λιβάδι,
λιμάνι των ονείρων σου;
Είσαι στις καλύβες των φτωχών, παρηγορώντας
τους πονεμένους με τη γλύκα της ψυχής σου
και γεμίζοντας τα χέρια τους με τη γενναιοδωρία σου;
Είσαι το πνεύμα του Θεού παντού.
Είσαι δυνατότερη απ’ τους αιώνες.
Θυμάσαι τη μέρα που συναντηθήκαμε, όταν
μας τύλιγε το φωτοστέφανο του πνεύματός σου;
Και πλανούνταν γύρω μας οι Άγγελοι του Έρωτα
δοξολογώντας τις πράξεις της ψυχής;
Θυμάσαι τα μονοπάτια και τα δάση που περπατούσαμε
μ’ ενωμένα τα χέρια, σφιχταγκαλιασμένοι
σα να κρυβόμαστε μέσα στους ίδιους μας τους εαυτούς;
Θυμάσαι την ώρα που σ’ αποχαιρέτησα
και το αγνό φιλί σου πάνω στα χείλη μου;
Εκείνο το φιλί που με δίδαξε ότι η ένωση
χειλιών ερωτευμένων
φανερώνει ουράνια μυστικά ανέκφραστα απ’ τη
γλώσσα.
Ήταν η εισαγωγή σ’ ένα μακρόσυρτο στεναγμό
σαν την ανάσα του Παντοδύναμου που έκανε άνθρωπο
το χώμα.
Εκείνος ο στεναγμός μ’ οδήγησε στον πνευματικό
κόσμο
δείχνοντάς μου τη δόξα της ψυχής μου.
Κι αιώνια εκεί θα μείνει μέχρι πάλι να ενωθούμε.
Θυμάμαι όταν με φίλαγες και με φίλαγες
και δάκρυα έτρεχαν στα μάγουλά σου κι έλεγες:
“Συχνά πρέπει να χωρίζονται τα γήινα σώματα για
γήινους σκοπούς
και χώρια να ζουν ο κόσμος τ’ αναγκάζει.
Μα ο Έρωτας κρατάει στα χέρια του το πνεύμα
ενωμένο
μέχρι να φτάσει ο θάνατος, να πάρει ενωμένες ψυχές.
Πήγαινε, αγαπημένε. Η Ζωή σε διάλεξε
εκπρόσωπό της.
υπάκουσέ την, γιατί είναι η Ομορφιά που προσφέρει
στον πιστό της
την κούπα της γλύκας της ζωής.
Όσο για τη δική μου αδειανή αγκαλιά, η αγάπη σου
θα ‘ναι η παρηγοριά μου. Κι η θύμησή σου
Αιώνιος Γάμος.”
Που είσαι τώρα, άλλε μου εαυτέ; Είσαι ξύπνια
μέσα στη σιωπή της νύχτας; Ας σου φέρνει
ο καθάριος άνεμος τους χτύπους της καρδιάς μου
κι όλη μου την αγάπη.
Χαϊδεύεις άραγε το πρόσωπό μου με τη θύμησή σου;
Η εικόνα δεν είναι πια σωστή,
γιατί η θλίψη έριξε τη σκιά της
στην άλλοτε χαρούμενη έκφρασή μου.
Τα δάκρυα μάραναν τα μάτια μου που
καθρέφτιζαν την ομορφιά σου
και ξέραναν τα χείλια που γλύκαινες με τα φιλιά σου.
Που είσαι αγαπημένη; Ακούς το κλάμα μου
πέρα απ’ τον ωκεανό; Καταλαβαίνεις την ανάγκη μου;
Γνωρίζεις πόσο μεγάλη είναι η υπομονή μου;
υπάρχει στον άνεμο κάποιο πνεύμα για να σου φέρει
την ανάσα της ετοιμοθάνατης νιότης μου; υπάρχει
μυστική επικοινωνία ανάμεσα στους αγγέλους
για να σου φέρει το παράπονό μου;
Που είσαι, όμορφο αστέρι μου; Το σκοτάδι της ζωής
μ’ έριξε στην αγκαλιά του. Η θλίψη με νίκησε.
Πάρε το χαμόγελό σου στον ουρανό.
Θα ‘ρθει και θα με ζωντανέψει!
Ανάσανε την ευωδιά σου στον άνεμο! Θα με στηρίξει!
Που είσαι, αγαπημένη;
Ω, πόσο μεγάλη είναι η Αγάπη!
Και πόσο μικρός εγώ!
Το σημαδεμένο περιστέρι
Εφτά αιώνες πριν, πετάξαν εφτά περιστέρια,
εφτά, και που οι φτερούγες τους σά χιόνι ήταν λευκές,
κι απ`την κοιλάδα τη βαθιά ξανοίχτηκαν στα αιθέρια
να φτάσουν στις χιονόσκεπες, ψηλές βουνοκορφές.
Το πέταγμά τους, το κοιτούσαν συναγμένοι ομάδι,
Άνθρωποι εφτά κι ό ένας γυρνά και λέει σε κάποιον άλλο
«Στου έβδομου περιστεριού διακρίνω, ένα σημάδι
πάνω στη μια φτερούγα του « Αυτό και τίποτ`άλλο.
Και της κοιλάδας οι άνθρωποι τα αναθυμούντ`ακόμα,
μόνο που ό χρόνος άλλαξε στα πράγματα μορφές,
για περιστέρια εφτά μιλούν με πίσσα – μαύρο χρώμα,
που φτάσαν στις χιονόσκεπες, ψηλές βουνοκορφές!… =
τις κόκκινο βαμμένες.
Ο ΔΙΚΟΣ ΣΑΣ ΛΙΒΑΝΟΣ ΚΑΙ Ο ΔΙΚΟΣ ΜΟΥ
Eσείς έχετε το δικό σας Λίβανο κι εγώ το δικό μου.
Ο δικός σας είναι ο πολιτικός Λίβανος και τα προβλήματά του.
Ο δικός μου είναι ο φυσικός Λίβανος μ’ όλη του την ομορφιά.
Εσείς έχετε το δικό σας Λίβανο με τα προγράμματα και τις συγκρούσεις.
Εγώ έχω το δικό μου με τα όνειρά του και τις ελπίδες του.
Ας είστε ικανοποιημένοι με το δικό σας Λίβανο, όπως εγώ είμαι ευχαριστημένος με τον ελεύθερο Λίβανο του οραματισμού μου.
Ο δικός σας Λίβανος είναι ένας περίπλοκος πολιτικός κόμβος που προσπαθεί να λύσει ο χρόνος.
Ο δικός μου ο Λίβανος είναι μια αλυσίδα από λόφους και βουνά που υψώνονται γεμάτα ευλάβεια και μεγαλοπρέπεια προς τους γαλάζιους ουρανούς.
Ο δικός σας Λίβανος είναι ένα διεθνές πρόβλημα που δεν έχει βρει ακόμα τη λύση του.
Ο δικός μου ο Λίβανος είναι ήρεμα, μαγεμένα λιβάδια γεμάτα αντίλαλους απ’ τις καμπάνες των εκκλησιών και τους ψιθύρους των ρυακιών.
Ο δικός σας Λίβανος είναι μια πάλη ανάμεσα σ’ έναν αντίπαλο από τα δυτικά και σ’ έναν αντίπαλο από τα νότια.
Ο δικός μου ο Λίβανος είναι μια φτερωτή προσευχή που φτερουγίζει το πρωί όταν οι τσοπάνηδες βγάζουν τα κοπάδια τους στη βοσκή και ξανά το σούρουπο όταν οι χωριάτες γυρίζουν από τα χωράφια και τ’ αμπέλια τους.
Ο δικός σας Λίβανος είναι μια απογραφή αναρίθμητων κεφαλών.
Ο δικός μου είναι ένα γαλήνιο βουνό που στέκει ανάμεσα στη θάλασσα και στις πεδιάδες, σαν ένας ποιητής ανάμεσα στη μια αιωνιότητα και την άλλη… …
.. Ο δικός σας Λίβανος είναι ένα παιχνίδι σκακιού ανάμεσα σ’ ένα επίσκοπο κι ένα στρατηγό.
Ο δικός μου ο Λίβανος είν’ ένας ναός όπου η ψυχή μου βρίσκει καταφύγιο όταν κουράζεται απ’ αυτόν τον πολιτισμό που τρέχει με εκκωφαντικούς τροχούς.
Ο δικός σας Λίβανος είναι δύο άνθρωποι – ο ένας που πληρώνει φόρους κι ο άλλος που τους μαζεύει.
Ο δικός μου ο Λίβανος είν’ εκείνος που γέρνει το κεφάλι του πάνω στο μπράτσο του στον ίσκιο των ιερών κέδρων, ξεχνώντας τα πάντα εκτός από το Θεό και το φως του ήλιου.
Ο δικός σας Λίβανος είναι λιμάνια, ταχυδρομεία, εμπόριο.
Ο δικός μου είναι μια αγνή σκέψη και μια φλογερή στοργή, μια θεία λέξη που ψιθυρίζει η γη στο αυτί του απείρου.
Ο δικός σας Λίβανος είναι διορισμένοι, υπάλληλοι, διευθυντές.
Ο δικός μου ο Λίβανος είναι το μεγάλωμα της νιότης, η απόφαση της ωριμότητας, η σοφία των γηρατειών… …
.. Ο δικός σας Λίβανος είναι νόμοι, κανονισμοί, ντοκουμέντα και διπλωματικά έγγραφα.
Ο δικός μου βρίσκεται σ’ επαφή με τα μυστικά της ζωής που τα ξέρει χωρίς συνειδητή γνώση· ο δικός μου ο Λίβανος είναι μια λαχτάρα που φτάνει με τα ευαίσθητα ακροδάχτυλά της στην πιο απόμακρη άκρη του αόρατου και το πιστεύει για όνειρο.
Ο δικός σας Λίβανος είναι ένας συνοφρυωμένος γέρος που χαϊδεύει τη γενειάδα του και σκέφτεται μόνο τον εαυτό του.
Ο δικός μου ο Λίβανος είν’ ένας νέος σαν πύργος στητός, γελαστός σαν την αυγή και σκέφτεται για τους άλλους όσο σκέφτεται και για τον εαυτό του… …
.. Πραγματικά, σας λέω πως το μικρό λιόδεντρο που φυτεύει ο χωρικός στους πρόποδες του βουνού στο Λίβανο θα ξεπεράσει σε διάρκεια τις δικές σας πράξεις κι επιτυχίες. Και το ξύλινο αλέτρι που τραβούν δύο βόδια πάνω στα χωράφια του Λιβάνου ξεπερνάει σε αξία τις ελπίδες και τις φιλοδοξίες σας.
Σας λέω, και η συνείδηση του σύμπαντος ας είναι μάρτυράς μου, πως το τραγούδι εκείνου που μαζεύει χόρτα στις πλαγιές του βουνού αξίζει περισσότερο από τις φλυαρίες των επίσημων αντρών σας… …
Eσείς έχετε το δικό σας Λίβανο κι εγώ το δικό μου…
Για τη Χαρά και τη Λύπη
-Οταν είσαι λυπημένος, κοίταξε ξανά μέσα στην καρδιά σου και θα δείς οτι πραγματικά κλαίς για εκείνο που υπήρξε η χαρά σου.
-Η Χαρά και η Λύπη έρχονται πάντα μαζί, κι όταν το ένα κάθεται
μόνο του δίπλα σου στο τραπέζι, θυμήσου ότι το άλλο κοιμάται στο κρεβάτι σου.
Για την Αγάπη
- Η αγάπη δε δίνει τίποτα παρά μόνο τον εαυτό της, και δεν παίρνει τίποτα παρά απο τον εαυτό της
Και μή πιστέψεις οτι μπορείς να κατευθύνεις την πορεία της
αγάπης, γιατί η αγάπη, αν σε βρεί άξιο, θα κατευθύνει εκείνη τη δική σου πορεία
Tότε η Αλμήτρα είπε: Μίλησε μας για την Αγάπη.Κι εκείνος, ύψωσε το κεφάλι του κι αντίκρισε το λαό κι απλώθηκε βαθιά ησυχία.Και με φωνή μεγάλη είπε:Όταν η αγάπη σε καλεί, ακολούθησέ την, Μόλο που τα μονοπάτια της είναι τραχιά κι απότομα. Κι όταν τα φτερά της σε αγκαλιάσουν, παραδώσου, μόλο που το σπαθί που είναι κρυμμένο ανάμεσα στις φτερούγες της μπορεί να σε πληγώσει.Κι όταν σου μιλήσει, πίστεψε την, μ’ όλο που η φωνή της μπορεί να διασκορπίσει τα όνειρά σου σαν το βοριά που ερημώνει τον κήπο.Γιατί όπως η αγάπη σε στεφανώνει, έτσι και θα σε σταυρώσει. Κι όπως είναι για το μεγάλωμα σου, είναι και για το κλάδεμά σου.Κι όπως ανεβαίνει ως την κορφή σου και χαϊδεύει τα πιο τρυφερά κλαδιά σου που τρεμοσαλεύουν στον ήλιο,Έτσι κατεβαίνει κι ως τις ρίζες σου και ταράζει την προσκόλληση τους στο χώμα.Σα δεμάτια σταριού σε μαζεύει κοντά της.Σε αλωνίζει για να σε ξεσταχιάσει.Σε κοσκινίζει για να σε λευτερώσει από τα φλούδια σου.Σε αλέθει για να σε λευκάνει.Σε ζυμώνει ώσπου να γίνεις απαλός.Και μετά σε παραδίνει στην ιερή φωτιά της για να γίνεις ιερό ψωμί για του Θεού το άγιο δείπνο.Όλα αυτά θα σου κάνει η αγάπη για να μπορέσεις να γνωρίσεις τα μυστικά της καρδιάς σου και με τη γνώση αυτή να γίνεις κομμάτι της καρδιάς της ζωής.Αλλά αν από το φόβο σου, γυρέψεις μόνο την ησυχία της αγάπης και την ευχαρίστηση της αγάπης,Τότε, θα ήταν καλύτερα για σένα να σκεπάσεις τη γύμνια σου και να βγεις έξω από το αλώνι της αγάπης. Και να σταθείς στον χωρίς εποχές κόσμο όπου θα γελάς, αλλά όχι με ολάκερο το γέλιο σου και θα κλαις, αλλά όχι με όλα τα δάκρυά σου.Η αγάπη δε δίνει τίποτα παρά μόνο τον εαυτό της και δεν παίρνει τίποτα παρά από τον εαυτό της. Η αγάπη δεν κατέχει κι ούτε μπορεί να κατέχεται, γιατί η αγάπη αρκείται στην αγάπη.Όταν αγαπάς, δε θα ‘πρεπε να λες: “Ο Θεός είναι στην καρδιά μου”, αλλά μάλλον “Εγώ βρίσκομαι μέσα στην καρδιά του Θεού”.Και μη πιστέψεις ότι μπορείς να κατευθύνεις την πορεία της αγάπης, γιατί η αγάπη, αν σε βρει άξιο, θα κατευθύνει εκείνη τη δική σου πορεία.Η αγάπη δεν έχει καμιά άλλη επιθυμία εκτός από την εκπλήρωσή της. Αλλά αν αγαπάς κι είναι ανάγκη να έχεις επιθυμίες, ας είναι αυτές οι επιθυμίες σου: Να λιώσεις και να γίνεις σαν το τρεχούμενο ρυάκι που λέει το τραγούδι του στη νύχτα.Να γνωρίσεις τον πόνο της πολύ μεγάλης τρυφερότητας.Να πληγωθείς από την ίδια την ίδια τη γνώση σου της αγάπης. Και να ματώσεις πρόθυμα και χαρούμενα.Να ξυπνάς την αυγή με καρδιά έτοιμη να πετάξει και να προσφέρεις ευχαριστίες για μια ακόμα μέρα αγάπης. Να αναπαύεσαι το μεσημέρι και να στοχάζεσαι την έκσταση της αγάπης.Να γυρίζεις σπίτι το σούρουπο με ευγνωμοσύνη στην καρδιάΚαι ύστερα να κοιμάσαι με μια προσευχή για την αγάπη που έχεις στην καρδιά σου και μ’ έναν ύμνο δοξαστικό στα χείλη σου.
Πηγη:http://iliadasphoto.grafbb.com
Ο Γκιμπράν ήταν επαναστάτης και αγωνιστής, αφού πολεμούσε διαρκώς για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ήταν μεγάλος φιλόσοφος και έχει θίξει μέσα στα βιβλία του ένα μεγάλο φάσμα θεμάτων. Το κράμα δυτικής και ανατολικής σοφίας που υιοθέτησε ο Γκιμπράν στα γραπτά του, όπως επίσης και ο πλούσιος πνευματικός και αισθηματικός κόσμο που διέθετε, έγιναν η αιτία να γίνει αγαπητός σε πολλούς αναγνώστες σε όλο τον κόσμο, αφού τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες.
Βιβλία του ιδίου: Αυτοπροσωπογραφία, Άμμος και Αφρός, Τα σπασμένα φτερά, Σκέψεις και διαλογισμοί, Ο προφήτης – Ο κήπος του προφήτη, Ανυπόταχτες Ψυχές κ.τ.λ.
“Υπάρχει κάτι στη ζωή μας που είναι ευγενέστερο και ανώτερο από τη δόξα. Και αυτό το ‘κάτι’ είναι η μεγάλη πράξη που επικαλείται τη δόξα. Αισθάνομαι μέσα μου μια κρυμμένη δύναμη που επιθυμεί να καλύψει τη γύμνια της με ένα όμορφο ρούχο από μεγάλες πράξεις. Αυτό με κάνει να αισθάνομαι ότι ήρθα σ’ αυτό τον κόσμο για να γράψω το όνομα μου με μεγάλα γράμματα πάνω στο πρόσωπο της ζωής…
“Σαν o έρωτας σε μαγέψει ακολούθησέ τον, όσο κι αν οι δρόμοι του είναι τραχιοί κι απότομοι.
Κι όταν οι φτερούγες του σε τυλίξουν, γείρε πάνω του, όσο κι αν το σπαθί που κρύβει στο φτέρωμά του μπορεί να σε πληγώσει .
Κι όταν σου μιλάει πίστεψέ τον, όσο κι αν η φωνή του γκρεμίζει τα όνειρά σου, όπως ο βόρειος άνεμος τον κήπο σου κουρσεύει.
Γιατί όσο κι αν ο έρωτας σε στολίζει, άλλο τόσο σε σταυρώνει.
Όσο κι αν σε βοηθάει ν’ανθίσεις, τόσο από την άλλη κλαδεύει τα κλωνιά σου.
Όσο κι αν σκαρφαλώνει ψηλά για να σε φτάσει, τα τρυφερά κλαδιά σου να χαϊδέψει, που λικνίζονται στον ήλιο,έτσι ως τις ρίζες σου θα κατεβεί, να τις ταρακουνήσει καθώς αγκιστρωμένες είναι μες το χώμα…;
Κι αν μες το φόβο σου γύρευες απ’τον έρωτα μόνo γαλήνη και η ηδονή,
τότε είναι καλύτερα τη γύμνια σου να κρύψεις και να περάσεις μακριά απ΄του
έρωτα τα αλώνια, να βγεις στον κόσμο που δεν έχει εποχές, εκεί που θα
γελάς, μα θα ναι το γέλιο μισερό, κει που θα κλαις, μα θα ναι λειψά τα δάκρυά σου…
Πόνος
Και μια γυναίκα μίλησε και είπε, Μίλησέ μας για τον Πόνο.
Και κείνος αποκρίθηκε:
Ο πόνος σας είναι το σπάσιμο του οστράκου που περικλείει τη γνώση σας.
Όπως το τσόφλι του καρπού πρέπει να σπάσει, για να βγει η καρδιά του στο φως του ήλιου, έτσι κι εσείς πρέπει να γνωρίσετε τον πόνο.
Κι αν μπορούσατε να κρατάτε στην καρδιά σας το θαυμασμό για τα καθημερινά θαύματα της ζωής σας. Ο πόνος δε θα σας φαινόταν λιγότερο θαυμαστός από τη χαρά σας.
Και θα δεχόσαστε τις εποχές της καρδιάς σας, όπως δέχεστε από πάντα τις εποχές που περνούν πάνω από τα χωράφια σας.
Και θα παρατηρούσατε με ηρεμία τους χειμώνες της θλίψης σας.
Πολλούς από τους πόνους σας τους διαλέγετε μονάχοι.
Είναι το πικρό φάρμακο που μ’ αυτό ο γιατρός που είναι μέσα σας θεραπεύει τον άρρωστο εαυτό σας.
Γι’ αυτό, να εμπιστεύεστε το γιατρό, και να πίνετε το φάρμακό του, σιωπηλά και ήρεμα.
Γιατί το χέρι του, αν και βαρύ και σκληρό, οδηγείται από το τρυφερό χέρι του Αόρατου,
Και η κούπα που σας δίνει, μ’ όλο που καίει τα χείλη σας, είναι φτιαγμένη από τον πηλό που ο μεγάλος Αγγειοπλάστης μούσκεψε με τα δικά του άγια δάκρυα.
Αυτογνωσία
Και κάποιος άντρας είπε, Μίλησέ μας για την Αυτογνωσία.
Κι εκείνος απάντησε λέγοντας:
Οι καρδιές σας γνωρίζουν σιωπηλά τα μυστικά των ημερών και των νυχτών.
Αλλά τ’ αφτιά σας διψούν για τον ήχο της γνώσης της καρδιάς σας.
Θέλετε να γνωρίσετε με λόγια αυτό που γνωρίζετε από πάντα στη σκέψη.
Θέλετε ν’ αγγίξετε με τα δάχτυλά σας το γυμνό σώμα των ονείρων σας.
Και είναι καλό που το θέλετε.
Το κρυφό πηγάδι της ψυχής σας πρέπει να αναβλύσει και να τρέξει κελαρύζοντας προς τη θάλασσα.
Και ο θησαυρός του άπειρου βάθους σας πρέπει να αποκαλυφθεί στα μάτια σας.
Δεν πρέπει όμως να υπάρχουν ζυγαριές για να ζυγίζουν τον άγνωστο θησαυρό σας. Και μη μετράτε τα βάθη της γνώσης σας με το βυθομετρικό κοντάρι ή το σχοινί.
Γιατί ο εαυτός είναι μια θάλασσα απεριόριστη και άμετρη.
Μη λέτε, “Βρήκα την αλήθεια”, αλλά να λέτε, “Βρήκα μιαν αλήθεια”.
Μη λέτε, “Βρήκα το μονοπάτι της ψυχής”, αλλά να λέτε, “Συνάντησα την ψυχή που περπατούσε στο μονοπάτι μου”.
Γιατί η ψυχή περπατά πάνω σ’ όλα τα μονοπάτια.
Η ψυχή δεν περπατά πάνω σε μια γραμμή, ούτε μεγαλώνει σαν καλάμι.
Η ψυχή ξεδιπλώνεται, όπως ο λωτός με τα αναρίθμητα πέταλα.
Η δουλεια
Σας έχουν πει ότιη ζωή είναι σκοτάδι και μέσα στην απελπισία, σας γυρίζει σαν ηχώ αυτό που ειπώθηκε από τον απελπισμένο.
Κι εγώ σας λέω πως η ζωή είναι σκοτάδι αν δεν υπάρχει πάθος.
Και κάθε πάθος είναι τυφλό αν δεν υπάρχει γνώση. Και κάθε γνώση είναι μάταιη χωρίς δουλειά, μα και η δουλειά είναι άδεια χωρίς αγάπη. Μα σαν δουλεύτε μ’ αγάπη, ενώνεστε με τον εαυτό σας κι ο ένας με τον άλλο κιόλοι σας με το Θεό.
Και τι σημαίνει δουλεύω με αγάπη; Σημαίνει να υφαίνεις με κλωστές που τραβάς απ’ την καρδιά σου, σαν ναταν να φορέσει το ύφασμα αυτό η αγαπημένη σου ψυχή…
Σημαίνει να χτίζεις ένα σπίτι με στοργή, σαν ναταν να κατοικήσει σ’ αυτό η αγαπημένη σου ψυχή…
Σημαίνει να σπέρνεις με τρυφερότητα τους σπόρους και με χαρά να συλλέγεις τη σοδειά, σαν ναταν να φάει τον καρπό η αγαπημένη σου ψυχή…
Σημαίνει να δίνεις σε όλα το δικό σου νόημα, με μια ανάσα από το πνεύμα σου…
Πολλές φορές σας άκουσα να λέτε σαν να μιλούσατε στον ύπνο σας “αυτός που δουλεύει το μάρμαρο και βρίσκει της ψυχής του την έκφραση στην πέτρα, είναι ανώτερος από αυτόν που οργώνει τη γη. Κι αυτός που πιάνει τα χρώματα του ουράνιου τόξου και τα βάζει πάνω σ’ ένα πανί μα ανθρώπινες μορφές, αξίζει περισσότερο από αυτόν που φτιάχνει σανδάλια για τα πόδια μας”.
Αλλά εγώ σας λέω, όχι στον ύπνο μου μα ολόξυπνος στο καταμεσήμερο, ότι ο άνεμος δεν τραγουδά γλυκύτερα στις γιγάντιες βελανιδιές απ’ όσο στο πιο μικρό και ταπεινό χορταράκι…
Και μεγάλος είναι αυτός που μεταλλάζει τη φωνή του ανέμου σε τραγούδι και το κάνει γλυκό με την αγάπη του.
Η δουλειά είναι φανερωμένη αγάπη. Κι αν δεν μπορείτε να δουλεύετε μα αγάπη, παρά μόνο με αηδία, καλύτερα παρατείστε τη δουλειά σας και καθείστε στην πύλη του ναού να παίρνετε ελεημοσύνη απ’ αυτούς που δουλεύουν με χαρά.
Γιατί αν ψήνεις το ψωμί με αδιαφορία, ψήνεις πικρό ψωμί, που δε χορταίνει παρά την μισή πείνα του ανθρώπου. Κι αν αγανακτείς με των σταφυλιών το πάτημα, η αγανάκτησή σου στάζει δηλητήριο στο κρασί. Κι αν σαν τους αγγέλους τραγουδάς, μα δεν αγαπάς το τραγούδι, βουλώνεις τα αυτιά του ανθρώπου στης μέρας τις φωνές και στις φωνές της νύχτας..
“Το Κάλεσμα του Εραστή”
Που είσαι αγαπημένη; Μήπως σ’ εκείνο το μικρό
παράδεισο, να ποτίζεις τα λουλούδια που σε κοιτάνε
όπως τα βρέφη το στήθος της μάνας;
Ή μήπως στο δωμάτιό σου, όπου ο βωμός
της αρετής στήθηκε προς τιμή σου
και που σ’ αυτόν προσφέρεις θυσία την ψυχή και την
καρδιά μου;
Ή ανάμεσα στα βιβλία, γυρεύοντας ανθρώπινη γνώση
ενώ είσαι γεμάτη ουράνια σοφία;
Ω συντρόφισσα της ψυχής μου, που είσαι;
Προσεύχεσαι στο ναό; Ή καλείς τη Φύση στο λιβάδι,
λιμάνι των ονείρων σου;
Είσαι στις καλύβες των φτωχών, παρηγορώντας
τους πονεμένους με τη γλύκα της ψυχής σου
και γεμίζοντας τα χέρια τους με τη γενναιοδωρία σου;
Είσαι το πνεύμα του Θεού παντού.
Είσαι δυνατότερη απ’ τους αιώνες.
Θυμάσαι τη μέρα που συναντηθήκαμε, όταν
μας τύλιγε το φωτοστέφανο του πνεύματός σου;
Και πλανούνταν γύρω μας οι Άγγελοι του Έρωτα
δοξολογώντας τις πράξεις της ψυχής;
Θυμάσαι τα μονοπάτια και τα δάση που περπατούσαμε
μ’ ενωμένα τα χέρια, σφιχταγκαλιασμένοι
σα να κρυβόμαστε μέσα στους ίδιους μας τους εαυτούς;
Θυμάσαι την ώρα που σ’ αποχαιρέτησα
και το αγνό φιλί σου πάνω στα χείλη μου;
Εκείνο το φιλί που με δίδαξε ότι η ένωση
χειλιών ερωτευμένων
φανερώνει ουράνια μυστικά ανέκφραστα απ’ τη
γλώσσα.
Ήταν η εισαγωγή σ’ ένα μακρόσυρτο στεναγμό
σαν την ανάσα του Παντοδύναμου που έκανε άνθρωπο
το χώμα.
Εκείνος ο στεναγμός μ’ οδήγησε στον πνευματικό
κόσμο
δείχνοντάς μου τη δόξα της ψυχής μου.
Κι αιώνια εκεί θα μείνει μέχρι πάλι να ενωθούμε.
Θυμάμαι όταν με φίλαγες και με φίλαγες
και δάκρυα έτρεχαν στα μάγουλά σου κι έλεγες:
“Συχνά πρέπει να χωρίζονται τα γήινα σώματα για
γήινους σκοπούς
και χώρια να ζουν ο κόσμος τ’ αναγκάζει.
Μα ο Έρωτας κρατάει στα χέρια του το πνεύμα
ενωμένο
μέχρι να φτάσει ο θάνατος, να πάρει ενωμένες ψυχές.
Πήγαινε, αγαπημένε. Η Ζωή σε διάλεξε
εκπρόσωπό της.
υπάκουσέ την, γιατί είναι η Ομορφιά που προσφέρει
στον πιστό της
την κούπα της γλύκας της ζωής.
Όσο για τη δική μου αδειανή αγκαλιά, η αγάπη σου
θα ‘ναι η παρηγοριά μου. Κι η θύμησή σου
Αιώνιος Γάμος.”
Που είσαι τώρα, άλλε μου εαυτέ; Είσαι ξύπνια
μέσα στη σιωπή της νύχτας; Ας σου φέρνει
ο καθάριος άνεμος τους χτύπους της καρδιάς μου
κι όλη μου την αγάπη.
Χαϊδεύεις άραγε το πρόσωπό μου με τη θύμησή σου;
Η εικόνα δεν είναι πια σωστή,
γιατί η θλίψη έριξε τη σκιά της
στην άλλοτε χαρούμενη έκφρασή μου.
Τα δάκρυα μάραναν τα μάτια μου που
καθρέφτιζαν την ομορφιά σου
και ξέραναν τα χείλια που γλύκαινες με τα φιλιά σου.
Που είσαι αγαπημένη; Ακούς το κλάμα μου
πέρα απ’ τον ωκεανό; Καταλαβαίνεις την ανάγκη μου;
Γνωρίζεις πόσο μεγάλη είναι η υπομονή μου;
υπάρχει στον άνεμο κάποιο πνεύμα για να σου φέρει
την ανάσα της ετοιμοθάνατης νιότης μου; υπάρχει
μυστική επικοινωνία ανάμεσα στους αγγέλους
για να σου φέρει το παράπονό μου;
Που είσαι, όμορφο αστέρι μου; Το σκοτάδι της ζωής
μ’ έριξε στην αγκαλιά του. Η θλίψη με νίκησε.
Πάρε το χαμόγελό σου στον ουρανό.
Θα ‘ρθει και θα με ζωντανέψει!
Ανάσανε την ευωδιά σου στον άνεμο! Θα με στηρίξει!
Που είσαι, αγαπημένη;
Ω, πόσο μεγάλη είναι η Αγάπη!
Και πόσο μικρός εγώ!
Το σημαδεμένο περιστέρι
Εφτά αιώνες πριν, πετάξαν εφτά περιστέρια,
εφτά, και που οι φτερούγες τους σά χιόνι ήταν λευκές,
κι απ`την κοιλάδα τη βαθιά ξανοίχτηκαν στα αιθέρια
να φτάσουν στις χιονόσκεπες, ψηλές βουνοκορφές.
Το πέταγμά τους, το κοιτούσαν συναγμένοι ομάδι,
Άνθρωποι εφτά κι ό ένας γυρνά και λέει σε κάποιον άλλο
«Στου έβδομου περιστεριού διακρίνω, ένα σημάδι
πάνω στη μια φτερούγα του « Αυτό και τίποτ`άλλο.
Και της κοιλάδας οι άνθρωποι τα αναθυμούντ`ακόμα,
μόνο που ό χρόνος άλλαξε στα πράγματα μορφές,
για περιστέρια εφτά μιλούν με πίσσα – μαύρο χρώμα,
που φτάσαν στις χιονόσκεπες, ψηλές βουνοκορφές!… =
τις κόκκινο βαμμένες.
Ο ΔΙΚΟΣ ΣΑΣ ΛΙΒΑΝΟΣ ΚΑΙ Ο ΔΙΚΟΣ ΜΟΥ
Eσείς έχετε το δικό σας Λίβανο κι εγώ το δικό μου.
Ο δικός σας είναι ο πολιτικός Λίβανος και τα προβλήματά του.
Ο δικός μου είναι ο φυσικός Λίβανος μ’ όλη του την ομορφιά.
Εσείς έχετε το δικό σας Λίβανο με τα προγράμματα και τις συγκρούσεις.
Εγώ έχω το δικό μου με τα όνειρά του και τις ελπίδες του.
Ας είστε ικανοποιημένοι με το δικό σας Λίβανο, όπως εγώ είμαι ευχαριστημένος με τον ελεύθερο Λίβανο του οραματισμού μου.
Ο δικός σας Λίβανος είναι ένας περίπλοκος πολιτικός κόμβος που προσπαθεί να λύσει ο χρόνος.
Ο δικός μου ο Λίβανος είναι μια αλυσίδα από λόφους και βουνά που υψώνονται γεμάτα ευλάβεια και μεγαλοπρέπεια προς τους γαλάζιους ουρανούς.
Ο δικός σας Λίβανος είναι ένα διεθνές πρόβλημα που δεν έχει βρει ακόμα τη λύση του.
Ο δικός μου ο Λίβανος είναι ήρεμα, μαγεμένα λιβάδια γεμάτα αντίλαλους απ’ τις καμπάνες των εκκλησιών και τους ψιθύρους των ρυακιών.
Ο δικός σας Λίβανος είναι μια πάλη ανάμεσα σ’ έναν αντίπαλο από τα δυτικά και σ’ έναν αντίπαλο από τα νότια.
Ο δικός μου ο Λίβανος είναι μια φτερωτή προσευχή που φτερουγίζει το πρωί όταν οι τσοπάνηδες βγάζουν τα κοπάδια τους στη βοσκή και ξανά το σούρουπο όταν οι χωριάτες γυρίζουν από τα χωράφια και τ’ αμπέλια τους.
Ο δικός σας Λίβανος είναι μια απογραφή αναρίθμητων κεφαλών.
Ο δικός μου είναι ένα γαλήνιο βουνό που στέκει ανάμεσα στη θάλασσα και στις πεδιάδες, σαν ένας ποιητής ανάμεσα στη μια αιωνιότητα και την άλλη… …
.. Ο δικός σας Λίβανος είναι ένα παιχνίδι σκακιού ανάμεσα σ’ ένα επίσκοπο κι ένα στρατηγό.
Ο δικός μου ο Λίβανος είν’ ένας ναός όπου η ψυχή μου βρίσκει καταφύγιο όταν κουράζεται απ’ αυτόν τον πολιτισμό που τρέχει με εκκωφαντικούς τροχούς.
Ο δικός σας Λίβανος είναι δύο άνθρωποι – ο ένας που πληρώνει φόρους κι ο άλλος που τους μαζεύει.
Ο δικός μου ο Λίβανος είν’ εκείνος που γέρνει το κεφάλι του πάνω στο μπράτσο του στον ίσκιο των ιερών κέδρων, ξεχνώντας τα πάντα εκτός από το Θεό και το φως του ήλιου.
Ο δικός σας Λίβανος είναι λιμάνια, ταχυδρομεία, εμπόριο.
Ο δικός μου είναι μια αγνή σκέψη και μια φλογερή στοργή, μια θεία λέξη που ψιθυρίζει η γη στο αυτί του απείρου.
Ο δικός σας Λίβανος είναι διορισμένοι, υπάλληλοι, διευθυντές.
Ο δικός μου ο Λίβανος είναι το μεγάλωμα της νιότης, η απόφαση της ωριμότητας, η σοφία των γηρατειών… …
.. Ο δικός σας Λίβανος είναι νόμοι, κανονισμοί, ντοκουμέντα και διπλωματικά έγγραφα.
Ο δικός μου βρίσκεται σ’ επαφή με τα μυστικά της ζωής που τα ξέρει χωρίς συνειδητή γνώση· ο δικός μου ο Λίβανος είναι μια λαχτάρα που φτάνει με τα ευαίσθητα ακροδάχτυλά της στην πιο απόμακρη άκρη του αόρατου και το πιστεύει για όνειρο.
Ο δικός σας Λίβανος είναι ένας συνοφρυωμένος γέρος που χαϊδεύει τη γενειάδα του και σκέφτεται μόνο τον εαυτό του.
Ο δικός μου ο Λίβανος είν’ ένας νέος σαν πύργος στητός, γελαστός σαν την αυγή και σκέφτεται για τους άλλους όσο σκέφτεται και για τον εαυτό του… …
.. Πραγματικά, σας λέω πως το μικρό λιόδεντρο που φυτεύει ο χωρικός στους πρόποδες του βουνού στο Λίβανο θα ξεπεράσει σε διάρκεια τις δικές σας πράξεις κι επιτυχίες. Και το ξύλινο αλέτρι που τραβούν δύο βόδια πάνω στα χωράφια του Λιβάνου ξεπερνάει σε αξία τις ελπίδες και τις φιλοδοξίες σας.
Σας λέω, και η συνείδηση του σύμπαντος ας είναι μάρτυράς μου, πως το τραγούδι εκείνου που μαζεύει χόρτα στις πλαγιές του βουνού αξίζει περισσότερο από τις φλυαρίες των επίσημων αντρών σας… …
Eσείς έχετε το δικό σας Λίβανο κι εγώ το δικό μου…
Για τη Χαρά και τη Λύπη
-Οταν είσαι λυπημένος, κοίταξε ξανά μέσα στην καρδιά σου και θα δείς οτι πραγματικά κλαίς για εκείνο που υπήρξε η χαρά σου.
-Η Χαρά και η Λύπη έρχονται πάντα μαζί, κι όταν το ένα κάθεται
μόνο του δίπλα σου στο τραπέζι, θυμήσου ότι το άλλο κοιμάται στο κρεβάτι σου.
Για την Αγάπη
- Η αγάπη δε δίνει τίποτα παρά μόνο τον εαυτό της, και δεν παίρνει τίποτα παρά απο τον εαυτό της
Και μή πιστέψεις οτι μπορείς να κατευθύνεις την πορεία της
αγάπης, γιατί η αγάπη, αν σε βρεί άξιο, θα κατευθύνει εκείνη τη δική σου πορεία
Tότε η Αλμήτρα είπε: Μίλησε μας για την Αγάπη.Κι εκείνος, ύψωσε το κεφάλι του κι αντίκρισε το λαό κι απλώθηκε βαθιά ησυχία.Και με φωνή μεγάλη είπε:Όταν η αγάπη σε καλεί, ακολούθησέ την, Μόλο που τα μονοπάτια της είναι τραχιά κι απότομα. Κι όταν τα φτερά της σε αγκαλιάσουν, παραδώσου, μόλο που το σπαθί που είναι κρυμμένο ανάμεσα στις φτερούγες της μπορεί να σε πληγώσει.Κι όταν σου μιλήσει, πίστεψε την, μ’ όλο που η φωνή της μπορεί να διασκορπίσει τα όνειρά σου σαν το βοριά που ερημώνει τον κήπο.Γιατί όπως η αγάπη σε στεφανώνει, έτσι και θα σε σταυρώσει. Κι όπως είναι για το μεγάλωμα σου, είναι και για το κλάδεμά σου.Κι όπως ανεβαίνει ως την κορφή σου και χαϊδεύει τα πιο τρυφερά κλαδιά σου που τρεμοσαλεύουν στον ήλιο,Έτσι κατεβαίνει κι ως τις ρίζες σου και ταράζει την προσκόλληση τους στο χώμα.Σα δεμάτια σταριού σε μαζεύει κοντά της.Σε αλωνίζει για να σε ξεσταχιάσει.Σε κοσκινίζει για να σε λευτερώσει από τα φλούδια σου.Σε αλέθει για να σε λευκάνει.Σε ζυμώνει ώσπου να γίνεις απαλός.Και μετά σε παραδίνει στην ιερή φωτιά της για να γίνεις ιερό ψωμί για του Θεού το άγιο δείπνο.Όλα αυτά θα σου κάνει η αγάπη για να μπορέσεις να γνωρίσεις τα μυστικά της καρδιάς σου και με τη γνώση αυτή να γίνεις κομμάτι της καρδιάς της ζωής.Αλλά αν από το φόβο σου, γυρέψεις μόνο την ησυχία της αγάπης και την ευχαρίστηση της αγάπης,Τότε, θα ήταν καλύτερα για σένα να σκεπάσεις τη γύμνια σου και να βγεις έξω από το αλώνι της αγάπης. Και να σταθείς στον χωρίς εποχές κόσμο όπου θα γελάς, αλλά όχι με ολάκερο το γέλιο σου και θα κλαις, αλλά όχι με όλα τα δάκρυά σου.Η αγάπη δε δίνει τίποτα παρά μόνο τον εαυτό της και δεν παίρνει τίποτα παρά από τον εαυτό της. Η αγάπη δεν κατέχει κι ούτε μπορεί να κατέχεται, γιατί η αγάπη αρκείται στην αγάπη.Όταν αγαπάς, δε θα ‘πρεπε να λες: “Ο Θεός είναι στην καρδιά μου”, αλλά μάλλον “Εγώ βρίσκομαι μέσα στην καρδιά του Θεού”.Και μη πιστέψεις ότι μπορείς να κατευθύνεις την πορεία της αγάπης, γιατί η αγάπη, αν σε βρει άξιο, θα κατευθύνει εκείνη τη δική σου πορεία.Η αγάπη δεν έχει καμιά άλλη επιθυμία εκτός από την εκπλήρωσή της. Αλλά αν αγαπάς κι είναι ανάγκη να έχεις επιθυμίες, ας είναι αυτές οι επιθυμίες σου: Να λιώσεις και να γίνεις σαν το τρεχούμενο ρυάκι που λέει το τραγούδι του στη νύχτα.Να γνωρίσεις τον πόνο της πολύ μεγάλης τρυφερότητας.Να πληγωθείς από την ίδια την ίδια τη γνώση σου της αγάπης. Και να ματώσεις πρόθυμα και χαρούμενα.Να ξυπνάς την αυγή με καρδιά έτοιμη να πετάξει και να προσφέρεις ευχαριστίες για μια ακόμα μέρα αγάπης. Να αναπαύεσαι το μεσημέρι και να στοχάζεσαι την έκσταση της αγάπης.Να γυρίζεις σπίτι το σούρουπο με ευγνωμοσύνη στην καρδιάΚαι ύστερα να κοιμάσαι με μια προσευχή για την αγάπη που έχεις στην καρδιά σου και μ’ έναν ύμνο δοξαστικό στα χείλη σου.
Πηγη:http://iliadasphoto.grafbb.com


