ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟΝ ΤΡΙΤΟ ΓΥΡΟ: Προφητικό άρθρο του Τζιαντζή από το 1997

Πέμπτη 17 Απριλίου 2014 ·

του Kώστα Τζιαντζή 15/06/1997, εφημερίδα ΠΡΙΝ

Το 1960 η Δυτική Ευρώπη είχε και δεν είχε 500.000 ανέργους και βέβαια δεν γίνεται λόγος για την Ανατολική. Το 1997, στον ίδιο χώρο, οι στατιστικές μιλάνε για αναπτυσ­σόμενη δυναμική της ανεργίας και για 20 εκατομμύρια ήδη ανέργους, χωρίς να λογαριάζονται όλοι αυτοί που δεν τους καταδέχεται καν η σύγ­χρονη αριθμητική.

Στην Ελλάδα του ’97 το 45% πε­ρίπου των εργαζομένων δουλεύει περισσότερο από 8 ώρες την ημέρα, το 40% έχει με διάφορους τρόπους δεύτερη δουλειά και ο μέσος χρόνος εργασίας των μισθωτών φτάνει επί­σημα τις 45 περίπου ώρες την εβδο­μάδα. Οι κατακτήσεις του Σικάγου του περασμένου αιώνα παίρνουν ή­δη στις μέρες μας τη μορφή της «ει­κονικής πραγματικότητας». Αυτές οι διαδικασίες κυριαρχούν ήδη στις πιο «πλούσιες» περιοχές του υπεραναπτυγμένου κόσμου. Από το ’80 έως το ’97 υπερδιπλασιάστηκαν οι άνερ­γοι στις χώρες της λεγόμενης λέσχης των 7. Ένα 25% απ’ αυτούς έπαψαν σχεδόν να αναζητούν δουλειά, εξο­ρίστηκαν βίαια στον τόπο της επ’ αό­ριστον ανεργίας, σ’ αυτή την ακυβέρ­νητη πολιτεία όπου ανθίζει ένας νέ­ου τύπου απόλυτος εργατικός υπερ­πληθυσμός. Επιπλέον και πιο σημα­ντικό: ένα διαρκώς αυξανόμενο πο­σοστό των εργαζομένων στις ίδιες χώρες, ίσο και μεγαλύτερο απ’ τον αριθμό των ανέργων (πάνω από 30 εκατομμύρια) υποβιβάζεται σταθερά στη «Β’ Εθνική» της μερικής απα­σχόλησης, σ’ αυτή τη σύγχρονη ζωή του λυκόφωτος της μισθωτής εργα­σίας.

Το θεμελιακό γεγονός μέσα σ’ ό­λα αυτά είναι ότι το σύνολο της ερ­γατικής τάξης στις χώρες των μυθι­κών 7, παρόλες τις εντεινόμενες ανισομετρίες που το διαπερνούν, συ­μπιέζεται γενικά μέσα σ’ ένα νέο «ε­παναστατικό» πλαίσιο ελαστικής α­πασχόλησης, ουσιαστικής κατάργη­σης κάθε μονιμότητας, κάθε σταθε­ρότητας, με παράλληλη απογείωση της «αποδοτικότητας», της εντατικο­ποίησης, της δεύτερης δουλειάς και της παράτασης της εργάσιμης μέ­ρας. Και απ’ την άλλη μεριά, αυτή η νέα δομή της εκμετάλλευσης «ολο­κληρώνεται» ουσιαστικά με τη χωρίς προηγούμενο καθήλωση και μείωση των πραγματικών μισθών, την άγρια περικοπή των κάθε είδους κοινωνι­κών προστασιών, τον ακραίο σφετε­ρισμό του «αναγκαίου χρόνου» για την αναπαραγωγή της εργατικής δύ­ναμης.

Πάνω απ’ όλα, αυτοί οι ριζικοί μετασχηματισμοί σε βάρος της εργα­τικής τάξης συγκρίνονται τελικά με τα πλαίσια μιας πρωτοφανούς έκρη­ξης της παραγωγικής δύναμης της εργασίας, αν υπολογίσει κανείς ότι έχει εξαπλασιασθεί περίπου η συνο­λική παραγωγικότητα της εργασίας απ’ το ’60 ως τις μέρες μας, ένα ρε­κόρ «για όλες τις εποχές».

Τα παραπάνω αναφέρονται στην εργατική τάξη που διαθέτει κατά τεκμήριο το υψηλότερο επίπεδο σύνθετης εργασίας, τον ανώτερο συνδυασμό πνευματικής και χειρωνακτικής εργασίας, την πιο αναπτυγμένη παραγωγικότητα της εργασίας και που λειτουργεί μέσα στο πιο καινο­τόμο περιβάλλον των νέων τεχνολο­γιών και των σύγχρονων μορφών ορ­γάνωσης της εργασίας.

Φτάνει να πάρει κανείς υπόψη αυτό το γεγονός ή την αντίστοιχη λο­γική των ρυθμίσεων που αποδέχτη­καν π.χ. οι εργαζόμενοι στο μέταλλο και στην αυτοκινητοβιομηχανία της Γερμανίας ή στην ΙΒΜ, για να διαπι­στώσει ότι αυτός ο νέος ηλεκτρονι­κός κοινωνικός χωρόχρονος της ερ­γασίας και της εκμετάλλευσης θεμε­λιώνεται πρώτα απ’ όλα μέσα στον πυρήνα της εργατικής τάξης της επο­χής μας. Και μόνο πάνω σ’ αυτή τη βάση εξαπλώνεται με ανελέητους ρυθμούς και με διάφορους συνδυα­σμούς και ιδιομορφίες και στα ευρύ­τερα εσωτερικά και διεθνή δίκτυα λεηλασίας των εργαζομένων και των καταπιεσμένων όλου του κόσμου. Τελικά, «ο Αλβανός ή ο Πορτορικανός με το κινητό» και ο αλβανοποιημένος «επιστήμονας», παρά τους νέους δραματικούς διαχωρι­σμούς τους, μακροπρόθεσμα έχουν περισσότερα κοινά από κάθε άλλη φορά.

Τα δεδομένα αυτά είναι από και­ρό γνωστά και πολυσυζητημένα με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, ειδικά μέσα στους εργαζόμενους που πλη­ρώνουν με την ίδια τους την ύπαρξη αυτή την πικρή γνώση. Αποτελεί α­κόμα κοινή αντίληψη (παρόλες τις δημαγωγίες και τις αυταπάτες που κυκλοφορούν ακόμα στην πολιτική αγορά κυρίως της κεντροαριστεράς) ότι τα δεδομένα αυτά δεν αποτελούν μια συγκυριακή μεταβατική κατά­σταση προς μια νέα ισορροπία ανά­πτυξης και κοινωνικής ευημερίας. Ότι, αντίθετα, συνιστούν μόνιμα και αναπτυσσόμενα χαρακτηριστικά μιας στρατηγικής περιόδου που ενώ έχει κάποια αρχή, δεν μπορεί ή δεν φαίνεται ακόμα να έχει και κάποιο τέλος. Τουλάχιστον μέσα στα πλαί­σια του συστήματος.

Όπως και να το πει, όπως και να το ομολογήσει κανείς, πρόκειται για μια ποιοτική ιστορική τομή σ’ όλους τους κοινωνικούς και πολιτικούς συ­σχετισμούς ανάμεσα στο κεφάλαιο και στην εργασία σε παγκόσμια κλί­μακα. Για μια «επανάσταση» ή αντεπανάσταση στους τρόπους και στις μορφές πραγματοποίησης των καπι­ταλιστικών κερδών και ακόμα βαθύ­τερα στους τρόπους και στις μορφές απόσπασης απλήρωτης δουλειάς απ’ τους άμεσους παραγωγούς.

Πρόκειται για ένα νέο ιστορικό πλαίσιο της πάλης των τάξεων και της ανάπτυξης των αντιθέσεων μέσα στον καπιταλιστικό τρόπο παραγω­γής, για μια ριζική αλλαγή στα πλαί­σια της συνέχειας της κυριαρχίας του καπιταλισμού, καθώς και της αμ­φισβήτησης αυτής της κυριαρχίας. Πρόκειται γενικότερα για ένα νέο στάδιο ανάπτυξης και μακροπρόθε­σμα βαθύτερης κρίσης του καπιταλι­στικού συστήματος.

Το ζήτημα δεν είναι μόνο ούτε κυρίως να αναλύσει κανείς το ειδικό βάρος και το συνδυασμό των «νό­μων», των τάσεων και των παρεμβάσεων που οδήγησαν ως εδώ. Το βασικό ζήτημα είναι να βγάλει κανείς όσο μπορεί μέσα απ’ αυτή την αναγκαία διαδικασία τα κοινωνικά και πολιτικά συμπεράσματα για την ου­σία και για τη θεμελιακή τους κα­τεύθυνση. Και το κυρίως ζητούμενο είναι να βγάλει κανείς τα πολιτικά συμπεράσματα για την προοπτική ε­ξέλιξης αυτής της κατεύθυνσης στην επόμενη κρίσιμη 15ετία, που θα ση­μαδέψει έτσι κι αλλιώς τη «μοίρα» μιας κοινωνίας που βρίσκεται ανά­μεσα σε μια καταραμένη και μια κο­σμογονική τελικά εποχή.

Η βασική κατεύθυνση του νέου σταδίου

Μέσα από τη δίνη των νέων δεδο­μένων διακρίνεται όλο και πιο καθα­ρά, όλο και από πιο πολλούς ότι αυ­τή η χωρίς προηγούμενο ένταση της εκμετάλλευσης της σύγχρονης εργα­τικής τάξης αποτελεί το ουσιαστικό κίνητρο, τη θεμελιακή αφετηρία αλ­λά και τη βασική κατεύθυνση των αλλαγών που πραγματοποιούνται. Οι νέοι συνδυασμοί απόσπασης υπε­ραξίας από τους άμεσους παραγω­γούς είναι σε κάθε περίπτωση ο βα­θύτερος πυρήνας που κινεί, συνδέει και «προγραμματίζει» τελικά όλη αυτή την απογείωση των νέων μέσων και μορφών παραγωγικότητας, την ξέφρενη ανάπτυξη του ανταγωνι­σμού, τις σύγχρονες μεθόδους διε­θνοποίησης και πολιτικής-ιδεολογικής χειραγώγησης των εργαζομένων.

Πρόκειται για ουσιαστική επαλή­θευση της μισοξεχασμένης απ’ την υ­ποταγμένη αριστερά μαρξιστικής α­φετηρίας ότι «η ειδική κάθε φορά οι­κονομική μορφή με την οποία α­ντλείται απλήρωτη δουλειά από τους άμεσους παραγωγούς καθορίζει τη σχέση πολιτικής κυριαρχίας και υπο­δούλωσης όπως αναφύεται άμεσα α­πό την ίδια την παραγωγή η οποία με τη σειρά της αντεπιδρά αποφασιστι­κά πάνω της».

Σ’ όλες τις ταξικές κοινωνίες, και με ιδιαίτερη ποιότητα στον καπιταλι­σμό, η πάλη των αντίπαλων τάξεων γύρω απ’ τους τρόπους αύξησης και κυρίως ιδιοποίησης του πλεονάσματος της παραγωγής, καθώς και η πολιτική συμπύκνωση- γενίκευση αυτής της πάλης αποτελεί τελικά τη θεμελιακή κινητήρια δύναμη όλων των μι­κρών και μεγάλων αλλαγών.

Η απογείωση και η κρίση, η άν­θηση και η παρακμή των μορφών α­πόσπασης υπεραξίας μέσα στον κα­πιταλισμό έχει αντικειμενικά όρια, αντικειμενικές τάσεις εξέλιξης που πάνω τους στηρίζεται και αντεπιδρά η ανάπτυξη της ταξικής πάλης απ’ το αυθόρμητο ως το ανώτερο συνειδητό της επίπεδο.


Αυτή η αλληλεπίδραση, που συ­ντελείται κάθε φορά μέσα σε ευρύ­τερες κληρονομημένες συνθήκες, εί­ναι που καθορίζει και μετασχηματί­ζει τελικά τις μεταβολές των ταξικών συσχετισμών, τα πλαίσια της ανάπτυ­ξης και των κρίσεων του καπιταλι­σμού, την αδιάκοπη εξέλιξη του, τις απλές ή ποιοτικές μεταμορφώσεις του.

Σήμερα πραγματοποιείται ένας ριζικός μετασχηματισμός στην έκτα­ση, την ποιότητα και τις μορφές απόσπασης απλήρωτης δουλειάς από τους άμεσους παραγωγούς, που τεί­νει να προωθεί και να απαιτεί έναν αντίστοιχο ριζικό μετασχηματισμό της ταξικής πάλης και του συνολικού εργατικού κινήματος.

Αυτό που γίνεται καθαρό από πρώτη ματιά είναι ότι ο σύγχρονος καπιταλισμός ενώ αναπτύσσει στο έ­πακρο τους πιο «ραφιναρισμένους» από κάθε άλλη φορά τρόπους αύξη­σης της υπεραξίας μέσω των νέων μεθόδων παραγωγικότητας, έχει πα­ράλληλη ανάγκη να χρησιμοποιεί ό­λο και μεγαλύτερες δόσεις από τις πιο βάρβαρες, τις πιο «οπισθοδρομι­κές» μορφές απόλυτης εκμετάλλευ­σης της ζωντανής εργασίας. Ο Μπιλ Γκέιτς χρειάζεται όλο και περισσό­τερο τον Όλιβερ Τουίστ. Η Κοιλάδα της Σιλικόνης αντιγράφει όλο και περισσότερο τα κάτεργα του Μά­ντσεστερ.

Η εντεινόμενη τάση του κεφαλαί­ου να ανεβάζει την παραγωγική δύ­ναμη της εργασίας για να φτηναίνει τα εμπορεύματα, και με το φτήνεμα των εμπορευμάτων να φτηναίνει τον ίδιο τον εργάτη αυξάνοντας τον κλεμμένο χρόνο του (σχετική υπεραξία) δεν μπορεί πλέον να έχει την α­παιτουμένη απόδοση χωρίς μια ρι­ζική αναβάθμιση και της απόλυτης υπεραξίας (επιμήκυνση του χρόνου εργασίας, εντατικοποίηση, δεύτερη δουλειά, χωρίς αύξηση της παραγω­γικότητας). Πρόκειται για μια νέου τύπου γεωμετρία ανάμεσα στην α­νάπτυξη των πιο προωθημένων με­θόδων απόσπασης σχετικής υπερα­ξίας και πάνω σ’ αυτή τη βάση την ενίσχυση του ειδικού βάρους μιας σειράς νέων μορφών απόλυτης υπε­ραξίας που φτάνουν ως τη στρατηγι­κή αμφισβήτηση της αξίας της εργα­τικής δύναμης μέχρι και την υποτί­μηση της κάτω κι από το προηγού­μενο φυσικό ιστορικό της όριο. Η μονιμοποίηση και η σταθερότητα της εργασίας καταργούνται για να προωθηθεί η μονιμοποίηση και η σταθερότητα της τάσης σφετερι­σμού του αναγκαίου χρόνου εργα­σίας για την αναπαραγωγή του ερ­γάτη και της οικογένειας του. Ο νέ­ος συνδυασμός σχετικής/απόλυτης υπεραξίας αλλάζει ριζικά προς όφε­λος του κεφαλαίου τη σχέση ανάμε­σα στην πληρωμένη και την απλή­ρωτη δουλειά του εργάτη ως το επί­πεδο που απειλεί άμεσα τα «φυσι­κά» ιστορικά όρια της ύπαρξης του. Πρόκειται για μια απότομη προώ­θηση των τάσεων της φυσικής ιστο­ρικής φθοράς και εξαθλίωσης της εργατικής τάξης συνολικά.

Βέβαια, η τάση συνδυασμού της σχετικής με την απόλυτη υπεραξία και σφετερισμού του «αναγκαίου χρόνου» για την επιβίωση του εργά­τη είναι σύμφωνη με την ουσία του βιομηχανικού καπιταλισμού και ι­σχύει σε όλες τις φάσεις και τα στά­δια της εξέλιξης του, όσο και αν κυ­ριαρχεί και αναπτύσσεται κυρίως η σχετική υπεραξία, ως ο κατ’ εξοχήν καπιταλιστικός τρόπος εκμετάλλευ­σης.

Ωστόσο η κατεύθυνση, οι μορ­φές, οι μέθοδοι, οι συσχετισμοί και οι δομές αυτών των συνδυασμών υπεραξίας εμφανίζονται με ριζικά διαφορετικούς τρόπους ανάμεσα στη μια και την άλλη φάση και ιδιαίτερα ανάμεσα στο ένα και στο άλλο στάδιο.

Η κρίση της υπεραξίας και το ξεπέρασμα της

Οι σημερινοί εντατικοί συνδυα­σμοί εκμετάλλευσης αποτελούν α­ντικειμενική τάση του κεφαλαίου προκειμένου να ξεπεράσει τα κρισιακά φαινόμενα που συσσωρεύτη­καν στο προηγούμενο στάδιο σε σχέση με το γενικότερο σύστημα α­νάπτυξης των καπιταλιστικών κερ­δών και απόσπασης υπεραξίας.

Πίσω από τις κρίσεις υπερσυσσώρευσης, πίσω απ’ τα προβλήμα­τα των πτωτικών τάσεων του ποσο­στού κέρδους βρίσκεται τελικά η α­πογείωση της παραγωγικής δύναμης της εργασίας που έρχεται γενικότε­ρα σε σύγκρουση με τη μορφή της υ­περαξίας, με το σύστημα του κλεμ­μένου χρόνου. Μορφή αυτής της σύ­γκρουσης αποτελεί η τάση της ίδιας της καπιταλιστικής παραγωγής να θέτει ένα ανυπέρβλητο όριο στην αύξηση της σχετικής υπεραξίας: ό­σο αναπτύσσεται η παραγωγικότητα της εργασίας, ο ρυθμός αύξησης της σχετικής υπεραξίας, η δυναμική της σχετικής υπεραξίας έχει την τάση μακροπρόθεσμα να μειώνεται. Αυτό συμβαίνει με την προϋπόθεση ότι ο πραγματικός μισθός δεν θα μειώνε­ται κι αυτός, αλλά θα έχει την τάση να αυξάνεται κάτω βέβαια από την αύξηση της παραγωγικότητας (ό­πως, στην πραγματικότητα, συνέ­βαινε στο παρελθόν).

Η τάση μείωσης της «δυναμικής» της σχετικής υπεραξίας σε σχέση με την αύξηση της παραγωγικότητας αποτελεί θεμελιακή αντίφαση της καπιταλιστικής παραγωγής. Οφεί­λεται, σε τελευταία ανάλυση, στην εντεινόμενη τάση παραπέρα μείω­σης της ποσότητας της ζωντανής ερ­γασίας σε σχέση με την ποσότητα του σταθερού κεφαλαίου που αυτή βάζει σε κίνηση.

Επομένως, το τμήμα της υπεραξίας που επενδύεται κάθε φορά σε νέα μέσα παραγωγής (και αναπτύσσει την παραγωγικότητα της εργασίας) τείνει να είναι όλο και μεγα­λύτερο απ’ το τμήμα που επενδύεται σε ζωντανή εργασία και παράγει εκ νέου υπεραξία. Γι’ αυτό η παραγω­γικότητα της εργασίας αυξάνει το ποσοστό της υπεραξίας λιγότερο απ’ τους ρυθμούς της δικής της αύ­ξησης. Έτσι, μακροπρόθεσμα η αύ­ξηση της παραγωγικότητας προκα­λεί κρίση στους ρυθμούς αύξησης στη «δυναμική» της σχετικής υπερα­ξίας.


Αυτή η τάση αποτελεί και τη βα­θύτερη αιτία της αδυναμίας του κε­φαλαίου να εξουδετερώνει μακρο­πρόθεσμα και οριστικά την πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους.

Αυτά τα αντικειμενικά όρια της δυναμικής της σχετικής υπεραξίας, μαζί με τα φυσικά ιστορικά όρια της απόλυτης υπεραξίας (που δεν μπο­ρεί να τα υπερβεί χωρίς επικίνδυνη φθορά της εργατικής δύναμης) απο­τελούν μια διπλή βάση μακροπρόθε­σμου κλονισμού των μορφών εκμε­τάλλευσης του κεφαλαίου γενικά. Αυτές οι γενικότερες τάσεις κρίσης του συστήματος υπεραξίας συσσωρεύτηκαν στα πλαίσια του κρατικού μονοπωλιακού σταδίου και οδήγη­σαν τελικά στην ανάγκη για νέους συνδυασμούς απόσπασης απλήρω­της δουλειάς και γενικότερα για ρι­ζικές ανακατατάξεις σε όλα τα πε­δία της εκμετάλλευσης του ανταγω­νισμού και της πολιτικής χειραγώγη­σης. Οι νέοι συνδυασμοί σχετικής/απόλυτης υπεραξίας αποτελούν το βαθύτερο πυρήνα του περάσματος σε ένα νέο στάδιο του καπιταλισμού και προωθούνται κάτω απ’ τη γενική μορφή της ευέλικτης εργασίας.

Η «ευέλικτη εργασία» αυξάνει το ποσοστό της σχετικής υπεραξίας μέσω της αύξησης της παραγωγικό­τητας. Αναιρεί την κρίση της δυνα­μικής της σχετικής υπεραξίας μέσω της μείωσης των πραγματικών μι­σθών. Αυξάνει το ποσοστό της από­λυτης υπεραξίας. Ευνοεί τη σχετική αναχαίτιση της τάσης μείωσης της ζωντανής εργασίας. Και, τέλος, μυστικοποιεί τις νέες μορφές υπερα­ξίας κάτω από το πρόσχημα της κα­ταπολέμησης της ανεργίας που το κεφάλαιο προκαλεί.

Έτσι, το κεφάλαιο κατάφερε να ξεπεράσει τα ενδογενή κρισιακά του χαρακτηριστικά, να ενισχύσει χωρίς προηγούμενο την κυριαρχία του στα πλαίσια της καπιταλιστικής ανασυγκρότησης. Πάνω σ’ αυτά τα κρισιακά φαινόμενα η επίδραση της πάλης των τάξεων (και απ’ τις δύο πλευρές) έφερε στο προσκήνιο όχι μια επαναστατική μεταβολή αλλά μια ριζικά μεταλλαγμένη συνέχεια του παλιού συστήματος.

Ένα νέο εργατικό κίνημα

Βρισκόμαστε στην αρχή ενός νέ­ου σταδίου ανάπτυξης της μακρο­πρόθεσμης κρίσης του καπιταλιστι­κού τρόπου παραγωγής και αντί­στοιχα ενός νέου σταδίου κρίσης και εν δυνάμει ανασυγκρότησης και ανάπτυξης του εργατικού κινήμα­τος.

Το νέο καπιταλιστικό στάδιο συ­νεπάγεται μια ακραία ανάπτυξη και μακροπρόθεσμα κρίση και της σχετικής και της απόλυτης υπεραξίας. Συνεπάγεται μια ανάπτυξη και κρίση της σύνδεσής τους σε ένα τέτοιο σημείο που να περιέχει σε ανώτερη ποιότητα και σε διαφορετική μορφή και τα μέγιστα οφέλη για τον καπι­ταλισμό και τις αθλιότητες και τα α­διέξοδα και των δύο αυτών αλλη­λένδετων τρόπων απόσπασης υπε­ραξίας, αδιέξοδα που είχαν εμφανι­στεί σε κατώτερο επίπεδο σ’ όλα τα προηγούμενα ιστορικά στάδια του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Γι’ αυτό ο λεγόμενος νεοσυντηρητισμός, ο σύγχρονος κοινωνικός πόλε­μος του κεφαλαίου (με όλα του τα μπλε, πράσινα ή ροζ χρώματα), τα διάφορα Μάαστριχ, οι πολιτικές «σταθεροποίησης» δεν είναι απλά μια πολιτική επιλογή του κεφαλαίου ή μια πρόσκαιρη αντιδραστική εκ­στρατεία, λόγω εξαιρετικά δυσμε­νών συσχετισμών σε βάρος της ερ­γασίας. Αλλά είναι η αντικειμενική τάση της ανάπτυξης και της κρίσης του καπιταλισμού της εποχής μας, είναι ο καπιταλισμός της ανάπτυξης και μακροπρόθεσμα και της κρίσης της εκμετάλλευσης και της υπερα­ξίας στα ακραία τους όρια.

Η έκρηξη της παραγωγικότητας της εργασίας επιδρά με «παράδο­ξο» αντιφατικό τρόπο στην αύξηση του ποσοστού εκμετάλλευσης και στην τάση υποταγής της εργασίας.
Απ’ τη μια αυξάνει το ποσοστό της σχετικής υπεραξίας, απ’ την άλ­λη μακροπρόθεσμα προκαλεί κρίση στη δυναμική της και κατά προέκτα­ση διαμορφώνει συνθήκες κρίσης στην αύξηση του ποσοστού και τελι­κά στη μάζα της υπεραξίας και γενι­κότερα των κερδών.

Απ’ τη μια αυξάνει την εκμετάλ­λευση απ’ την άλλη διαμορφώνει προϋποθέσεις βαθύτερης διαταρα­χής της. Έτσι, η σημερινή αντιφατι­κή ανάπτυξη των παραγωγικών δυ­νάμεων απ’ τη μια βρίσκεται σε α­ντιστοιχία με το καπιταλιστικό σύ­στημα, απ’ την άλλη μακροπρόθε­σμα τείνει να έρχεται σε βαθύτερη αναντιστοιχία και σε ανώτερο από κάθε άλλη φορά επίπεδο σύγκρου­σης μαζί του.

Τα νέα τεχνολογικά άλματα και οι ριζικές μεταβολές των παραγωγι­κών και πολιτικών σχέσεων εκμε­τάλλευσης οδηγούν σε μια νέα ανά­πτυξη του καπιταλισμού χωρίς προηγούμενο, στην εκτίναξη των κερδών του και στη συνέχιση της υ­ποταγής της εργατικής τάξης. Ενώ απ’ την άλλη τείνουν μακροπρόθε­σμα να προκαλούν νέες βαθύτερες αναστατώσεις αυτής της ανάπτυξης, νέους βαθύτερους κλονισμούς της αστικής κυριαρχίας, διαμορφώνουν προϋποθέσεις για «νέους γύρους» εργατικής αμφισβήτησης.

Αυτό είναι ένα γενικότερο ιδιαί­τερο χαρακτηριστικό του καπιταλι­σμού, σε σχετική διάκριση με το πρώτο. Σήμερα οι σχέσεις αναντιστοιχίας, κρίσης και αμφισβήτησης απέναντι στην αστική κυριαρχία, οι δυνάμεις και οι μορφές που εμφανί­ζονται μέσα στην παλιά κοινωνία και τείνουν να σπάσουν το καπιτα­λιστικό περίβλημα τους έχουν την α­ντικειμενική τάση να αναπτύσσο­νται βαθύτερα, ταχύτερα και σε α­νώτερο επίπεδο απ’ τις δυνάμεις της αντιστοιχίας, της συμφωνίας και της ενίσχυσης του εκμεταλλευτικού συστήματος. Φτάνει να δει κανείς την προοπτική της παραγωγικότητας σε σχέση με την υπεραξία, τη θυελλώδη ανάπτυξη του ρόλου της επιστήμης και της διανοητικής ερ­γασίας στην παραγωγή σε σχέση με την αθλιότητα του επιχειρηματικού πανεπιστημίου, τη χωρίς προηγού­μενο τάση εξοικονόμησης του χρό­νου εργασίας σε σχέση με το σύστη­μα του κλεμμένου χρόνου και της μαζικής ανεργία και τις νέες δυνα­τότητες μετασχηματισμού της σχέ­σης της κοινωνίας με τη φύση σε σχέση με τη βάρβαρη καπιταλιστική διαχείριση των βιοτεχνολογικών ε­παναστάσεων.

Οι καταθλιπτικοί για το εργατι­κό κίνημα κοινωνικοί, πολιτικοί και ιδεολογικοί συσχετισμοί, σε μεγάλο βαθμό κληρονομημένοι απ’ την προηγούμενη εποχή, κρύβουν απ’ τη σύγχρονη εργατική τάξη αυτές τις νέες τάσεις και δυνατότητες. Αντί­στοιχα η αστική τάξη, διαθέτοντας την πρωτοβουλία των κινήσεων και τη σχεδόν απόλυτη κυριαρχία, δια­μορφώνει ένα νέο σύστημα τακτικής -στρατηγικής απέναντι στην εκμε­ταλλευόμενη τάξη, απέναντι στις δυ­νάμεις, τις σχέσεις και τις μορφές που τείνουν να συγκρούονται με τον παλιό κόσμο.

Αν οι λεγεώνες του νεοφιλελευ­θερισμού εκπροσωπούν το σ’ ένα βαθμό ξεπερασμένο ρεύμα της προ­έλασης της «αιώνιας» ανάπτυξης και της παντοδυναμίας των νέων χα­ρακτηριστικών και των νέων σχέσε­ων του κεφαλαίου, οι απόπειρες της κεντροαριστεράς και μια σειρά άλλες κινήσεις εξασφάλισης εφεδρει­ών εκπροσωπούν την προσπάθεια θωράκισης αυτής της παντοδυνα­μίας απέναντι στις αναπτυσσόμενες τάσεις σύγκρουσης και στις νέες δυ­νατότητες χειραφέτησης της εργα­σίας.

Οι νέοι συνδυασμοί εκμετάλλευ­σης της εργασίας και οι τάσεις πολύ πιο στενών αλληλοσυνδέσεων των πολιτικών ιδεολογικών σχέσεων με τις διαδικασίες της παραγωγής, με­τατρέπουν ξανά σε «κοινωνικό ζή­τημα» το θεμελιακό πολιτικό πρό­βλημα της ταξικής πάλης.

Το πιο σημαντικό απ’ όλα είναι ότι οι ειδικοί τρόποι που το κεφά­λαιο αντλεί απλήρωτη δουλειά από τους άμεσους παραγωγούς τροπο­ποιούν ριζικά την αντικειμενική βά­ση ανάπτυξης της τάσης χειραφέτη­σης της εργασίας σε βάρος της τά­σης της διαιώνισης της υποταγής της. Η πάλη για τον αναλογικό μι­σθό, για τη μείωση του ποσοστού εκμετάλλευσης, για την «υπεραξία» προκύπτει σαν αναγκαιότητα για το εργατικό κίνημα με βάση τη μόνιμη τάση σφετερισμού της αξίας της ερ­γατικής δύναμης απ’ την πλευρά της υπεραξίας (του κεφαλαίου). Ωριμά­ζουν οι συνθήκες που το εργατικό κίνημα θα διεκδικεί την αξία χρή­σης της εργατικής δύναμης, την ικα­νότητα της να παράγει πρόσθετο πλούτο για όλη την κοινωνία κι όχι μόνο τη διατήρηση της σαν το υπ’ α­ριθμόν ένα εμπόρευμα του συστή­ματος εκμετάλλευσης.

Αυτή η τάση μπορεί να τροπο­ποιεί γενικότερα τους συσχετισμούς ανάμεσα στην αστική και την εργατική πολιτική, ανάμεσα στο κυρίαρχο κίνημα της εργατικής ενσωμάτωσης και σ’ ένα νέο εργατικό κίνημα.
 
 http://tsak-giorgis.blogspot.gr/2011/12/1997.html
 

Η Επανάσταση του 1943

Η Επανάσταση του 1943

revolution in the world

ελευθερη εκφραση

Η λίστα ιστολογίων μου

προσωπικές ιστοσελίδες

τύπος

διαφορα

È