Σε καίρια ζητήματα της θεωρίας και πολιτικής του ΚΚΕ παρατηρείται χρόνια στασιμότητα. Αυτό το φαινόμενο παρατηρείται και στην επίδοσή του στις πρόσφατες εκλογές αλλά και στην εκτίμηση της Κεντρικής Επιτροπής του γι’ αυτές (Ριζοσπάστης 8/5/12).
του Δημήτρη Γρηγορόπουλου
Σωστά διαπιστώνεται ότι παρά την ήττα του δικομματισμού, δεν αλλάζει ο συσχετισμός λαού και μονοπωλίων, ότι γίνεται προσπάθεια αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού σκηνικού, με κύρια κατεύθυνση την ανασυγκόλληση της κεντροδεξιάς και την ανασύνθεση της κεντροαριστεράς με πυρήνα τις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ. Εκτιμά ότι νίκησε κάτω από τη δικαιολογημένη οργή και αγανάκτηση η λογική της τιμωρίας (εννοεί του δικομματισμού) και της αυταπάτης (που καλλιέργησε ο ΣΥΡΙΖΑ). Η ανακοίνωση της ΚΕ επισημαίνει ότι «το ΚΚΕ σημείωσε μικρή άνοδο στην εκλογική αναμέτρηση». Αυτή η αξιολόγηση θα μπορούσε να αποδοθεί και με το συνώνυμο: «Μικρής έκτασης νίκη». Αναλύει τους παράγοντες που διαμόρφωσαν το αποτέλεσμα, έναν απ’ αυτούς θεωρεί την αδυναμία μεγάλου τμήματος των εργαζομένων να ενστερνιστεί τη διαφορά ανάμεσα στην κυβέρνηση και την πραγματική εξουσία. Αλλά, όπως πάγια συμβαίνει, στο απυρόβλητο μένουν οι επιλογές της καθοδήγησης και η πολιτική γραμμή του.
Το ΚΚΕ, ενώ αναλυτικά παρουσιάζει τις αντικειμενικές συνθήκες, ούτε ακροθιγώς δεν προβληματίζεται για την κραυγαλέα αναντιστοιχία τους προς το επίπεδο των προβλημάτων και την ανάπτυξη των αγώνων ή για την άνοδο της ρεφορμιστικής Αριστεράς (η ενοχοποίηση της υπαρκτής δημαγωνίας δεν αρκεί) σε αντιδιαστολή με την πτώση του στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη και σε εργατικές περιοχές, που αποτελούν βηματοδότη της πολιτικής επιρροής του. Απλώς, παραπέμπει την αυτοκριτική του στο αόριστο μέλλον, όταν «η ΚΕ ...θα δει καλύτερα τις αδυναμίες που πρέπει να ξεπεραστούν πριν απ’ όλα στη δράση μας». Δηλαδή, όταν γίνει η αυτοκριτική, δεν θα αφορά την ίδια τη γραμμή και την ορθότητά της, αλλά μόνον τον τρόπο εφαρμογής της. Έτσι όμως το όπλο της κριτικής στην ανάλυση και αυτοανάλυση ουσιαστικά αχρηστεύεται. Γίνεται αντικείμενο όχι των πολιτικών υποκειμένων για την εκπόνηση της γραμμής, αλλά πόρισμα μετά από δεκαετίες του Ιστορικού Τμήματος του ΚΚΕ.
Απεναντίας το ΚΚΕ όχι μόνο δεν διατυπώνει τον παραμικρό σκεπτικισμό (βάσει της εμπειρίας) για τη γραμμή του, αλλά διαβεβαιώνει ότι «αυτή η πολιτική εκλογική δράση του ΚΚΕ σε αρμονία με τη στρατηγική του αποτελεί σημαντική παρακαταθήκη για τα επόμενα χρόνια». Όλα καλά, λοιπόν, όλα ανθηρά! Έτσι, το ΚΚΕ εμμένει στην ατελέσφορη γραμμή της αντιδιαλεκτικής ταύτισης στρατηγικής και τακτικής. Δεν υιοθετεί μιαν άμεση εναλλακτική πρόταση εξόδου από την κρίση με γενικούς άξονες (στάση πληρωμών, αποδέσμευση από ΕΕ κ.ά.) αλλά παραπέμπει για τη λύση τους στις καλλένδες της λαϊκής εξουσίας.
Έτσι, ακυρώνει και την τακτική του, αφού την αφήνει στο έλεος της δημαγωγίας για άμεση και μάλιστα εντός της ΕΕ ανακούφιση. Αλλά και τη στρατηγική, αφού αυτή δεν έρχεται ουρανοκατέβατη, αλλά σε μια πορεία σκληρών ταξικών μαχών και μεταβατικών στόχων. Ο Λένιν στα Γράμματα από μακριά (τ. 31) θεωρεί προτεραιότητα τον αγώνα για ψωμί, γη, ελευθερία, ειρήνη. Θεωρεί ότι αυτοί οι στόχοι οριστικά θα λυθούν στο σοσιαλισμό. Αυτό όμως δεν δικαιώνει τη θέση του ΚΚΕ. Ο Λένιν έδινε πρωτεύουσα σημασία στην πάλη και στην όσο το δυνατόν ικανοποίηση αυτών των στόχων. Οι στρατιώτες έκαναν εξεγέρσεις κατά του πολέμου, οι αγρότες απαλλοτρίωναν γη από τους τσιφλικάδες, ο θεσμός των σοβιέτ επεκτεινόταν, ο Λένιν απαιτούσε να μην υπάρχει οικογένεια χωρίς γάλα και ψωμί. Περισσότερο από την επίτευξη μεταβατικών στόχων ή το βαθμό επίτευξής τους, μετράει ο ασυμβίβαστος αγώνας για την επίτευξή τους, που πείθει τους εργαζόμενους να ταυτίσουν το μέλλον τους με αυτές τις πολιτικές δυνάμεις. Για παράδειγμα, ο στόχος της αποδέσμευσης από την ΕΕ, αν μεν επιτευχθεί εντός του καπιταλισμού, επιφέρει ισχυρό πλήγμα εναντίον του, αλλά και στην αντίθετη περίπτωση, συμβάλλει στη συσπείρωση και επαναστατική συνειδητοποίηση των εργαζομένων.
Το ΚΚΕ στις συνθήκες που δημιουργούνται είναι αναποτελεσματικό να εμμένει σ’ ένα μοναχικό δρόμο και να γυρίζει τις πλάτες στο κίνημα. Η κατάσταση διαμορφώνεται αντιφατικά. Από τη μια ο λαός απαιτεί έντονα και μαζικά αλλαγή πολιτικής, η ανάπτυξη των αγώνων ευνοείται από την απουσία σταθερής κυβέρνησης και από το ότι η ανασυγκρότηση του κομματικού συστήματος βρίσκεται ακόμη σε μεταβατική φάση. Βρίσκεται όμως σε εξέλιξη και μια πολύπλευρη διαδικασία ανασυγκρότησης και ανάταξης του πολιτικού συστήματος. Κύρια χαρακτηριστικά του είναι: Η ανασύνθεση της κεντροαριστεράς με πυλώνα το ΣΥΡΙΖΑ (ή μεγάλο τμήμα του) σ’ έναν ενσωματωμένο στην ΕΕ κυβερνητισμό, που θα καλλιεργεί έντονες αυταπάτες, η ανασυγκόλληση της κεντροδεξιάς, η ενίσχυση εθνικιστικών και αντιδραστικών δυνάμεων. Σε αυτό το αντιφατικό σύμπλεγμα (ήττα δικομματισμού - φιλοευρωπαϊσμός, κυβερνητισμός, ανασυγκρότηση) είναι επιτακτική η ανάγκη εντατικοποίησης των αγώνων του κινήματος σε αντιμνημονιακή, αντιΕΕ, αντικαπιταλιστική κατεύθυνση. Η πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ για κοινή δράση είναι στην ημερήσια διάταξη άμεσα και επιτακτικά.
prin.gr