Σχετικά με την εξουσία το κράτος και την κυβέρνηση, του Α. Αναγνωστάκη

Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2025 ·

 


Ομιλία στην εκδήλωση για το «σύγχρονο κράτος» στην ημερίδα του Ομίλου Μαρξιστικών ερευνών
Ο καπιταλισμός και η Αριστερά ενώπιον πρωτόγνωρων προβλημάτων
Ο Αϊνστάιν έλεγε πως όταν τα πράγματα γίνονται κρίσιμα, καλό είναι να αφήνουμε την κομψότητα στους ράφτες και να τα αποτυπώνουμε «ξερά».
Εδώ και χρόνια λοιπόν, από τη μακρινή περίοδο του ‘85-‘90, σε χώρες με κατώτερο επίπεδο ανάπτυξης, σε χώρες με μέσο επίπεδο ανάπτυξης σε χώρες με ανώτερο επίπεδο ανάπτυξης, κυβερνήσεις κάθε δυνατής πολιτικής πολυχρωμίας και μονοχρωμίας τελικά παίρνουν τα ίδια γενικά μέτρα επιχειρώντας να ανατάξουν την κερδοφορία του σύγχρονου καπιταλισμού, να ενσωματώσουν με ομαλό τρόπο τους λαούς και να τους καταστήσουν – μάταια όπως η πράξη δείχνει – ενεργούς υποστηρικτές της πολιτικής τους.
Ο καπιταλισμός αναγκασμένος να επαναστατικοποιεί διαρκώς τις παραγωγικές δυνάμεις έχει φτάσει σε μια πρωτότυπη και πρωτόγνωρη κατάσταση:
Οι σύγχρονες μηχανές δεν πολλαπλασιάζουν απλά τη μυϊκή δύναμη του ανθρώπου όπως γινόταν με τη μέχρι πρότινος επιστημονική και τεχνική επανάσταση, πολλαπλασιάζουν και την πνευματική του δύναμη.
Αυτές οι σύγχρονες και πρωτόγνωρα επαναστατικοποιημένες παραγωγικές δυνάμεις, η πληροφορική, η βιοτεχνολογία και ανάμεσα τους η πλέον κρίσιμη, η σύγχρονη εργατική δύναμη, δεν μπορούν να ενσωματωθούν πλέον ομαλά στο εσωτερικό του δίχως σοβαρές διαταραχές στη λειτουργία του.

Στην ουσία ο καπιταλισμός αναπτυσσόμενος δεν «χωρά στον εαυτό του».

Γι αυτό και ως νέος Προκρούστης της πετσοκόβει για να τις φέρνει στα μέτρα του.

Κι έτσι για πρώτη φορά στην ιστορία του επιλέγει ως πολιτική εξόδου από την ασταθή κατάσταση που έχει περιπέσει όχι μια νέα πολιτική, όπως π.χ. έκανε το ‘73 – ‘85 που πέρασε στο θατσερισμό – ρηγκανισμό, αλλά την ίδια χρεοκοπημένη νεοσυντηρητική πολιτική σε αντιδραστικότερες εκδόσεις.

Αυτή η νέα κατάσταση της Ιστορίας και η Ιστορία της νέας κατάστασης καθορίζει και προσδιορίζει την επιθετικότητα των σύγχρονων κοινωνιών της καθολικής εμπορευσιμότητας.

Τα παραπάνω δημιουργούν μια νέα κατάσταση για το κίνημα και την Αριστερά κατά την οποία η κατάκτηση ακόμη και ενός μόνο δικαιώματος (πχ. συλλογικές συμβάσεις ή χρόνος εργασίας, ή μονιμότητα στην εργασία κλπ) συνεπάγεται οξύτατη πάλη. Απαιτεί «συμφιλίωση διαδηλωτών – αστυνομίας, λαού – στρατού», απαιτεί δηλαδή σύγχρονους επαναστατικούς εργατικούς αγώνες.

Επομένως σήμερα, περισσότερο ίσως από ποτέ άλλοτε στη σύγχρονη ιστορία του καπιταλισμού, ουτοπία είναι το εφικτό και ρεαλισμός είναι το ανέφικτο.

Ουτοπία και, μάλιστα επικίνδυνη ουτοπία, είναι η απόπειρα διαχειριστικής μεταρρύθμισης του υπάρχοντος.

Ρεαλισμός, προοδευτικός ρεαλισμός, είναι η απόπειρα επιβολής ρηγμάτων στην εφαρμοζόμενη πολιτική και τελικά η απόπειρα επαναστατικού μετασχηματισμού της κοινωνίας. Απόπειρα που στηρίζεται στην αντικειμενική δυνατότητα των καιρών, δηλαδή στη δυναμική του πραγματικού, μέσα από μια ισορροπημένη σχέση τακτικής και στρατηγικής.

Τα παραπάνω αποτελούν εκτίμησή που καταθέτω στη σημερινή συνάντησή μας ως μια από τις αφετηριακές προτάσεις ενός σύγχρονου θεωρητικού πλαισίου προσέγγισης του σύγχρονου καπιταλισμού και του κράτους του στην εποχή μας.

Σε αυτήν προστίθεται η εκτίμηση πως το «κράτος και επανάσταση» του Λένιν ήταν και είναι εξαιρετικά αναγκαία προσέγγιση για το κράτος και την πολιτική απέναντι του, αναγκαία αλλά όχι όμως και ικανή ως η ιστορική πράξη και η εξέλιξη των κοινωνιών κατέδειξαν.

Η πολιτική εξουσία στις ταξικές κοινωνίες είναι η αποκτημένη και οργανωμένη ικανότητα και δυνατότητα επιβολής της θέλησης και των συμφερόντων, καθώς και τα μέσα προώθησης τους, κατά συνέπεια της κυριαρχίας μιας τάξης σε άλλη.

Η πολιτική εξουσία του κεφαλαίου συγκροτείται πρωτίστως από το κράτος δια των μηχανισμών του (τους κατασταλτικούς (αστυνομία, στρατό), οικονομικούς, νομικούς, ιδεολογικούς) το κοινοβούλιο και την κυβέρνηση καθώς και από μη άμεσα κρατικούς μηχανισμούς και κρίκους της πολιτικής εξουσίας, δηλαδή πολιτικά κόμματα, ιδιωτικά ΜΜΕ, Εκκλησία, οργανώσεις των κεφαλαιοκρατών (ΣΕΒ, ΙΟΒΕ), εργοδοτικά συνδικάτα, φιλοσυστημικές οργανώσεις και σύλλογοι, παραστρατιωτικές δυνάμεις και παρακρατικές οργανώσεις.

Ιδιαίτερη θέση στην πολιτική εξουσία έχουν οι οργανώσεις των καπιταλιστών, οι εξωθεσμικές επεμβάσεις τους μέσω της διαπλοκής τους με το κράτος.

Η διαμόρφωση και επιβολή της εξουσίας – κυριαρχίας οδηγεί στη γενίκευση και εξιδανίκευση των συμφερόντων του εξουσιάζοντος στα οποία δια κατάλληλων παρεμβάσεων προσδίδεται παν-κοινωνική ισχύς και νομική υπόσταση.

Η πολιτική εξουσία – κυριαρχία έχει κυρίαρχο εσωτερικό στοιχείο τη βία, τη νομική, ιδεολογική, κατασταλτική βία και καταναγκασμό που αποκτά ανοιχτή μορφή όταν και όπου αυτό είναι αναγκαίο για τη διατήρηση της σχέσης κυριαρχίας.

Για ορισμένα καίρια ζητήματα για το Κράτος

Ειδική πλευρά που προστίθεται στη συλλογιστική αντιμετώπισης του ζητήματος κυβέρνησης, εξουσίας και Αριστερά, αποτελεί η εξέλιξη του σύγχρονου κράτους.

Το κράτος του σύγχρονου καπιταλισμού δεν είναι απλώς ένα ευέλικτο στρατηγείο, ούτε απλώς η εκλεγόμενη κυβέρνηση, όπως φαντασιώνονται ρεύματα εντός του νεοφιλελευθερισμού και ο σοσιαλρεφορμισμού.

Το καπιταλιστικό κράτος δεν υπηρετεί γενικά τις τάξεις και μάλιστα ανάλογα με τη δύναμη και την επιρροή τους, ανάλογα με τους συσχετισμούς (Τολιάτι, Πουλαντζάς) σε αυτό.

Δεν αποτελεί δηλαδή απλά κράτος – σχέση αλλά είναι όργανο ταξικής κυριαρχίας, πιστός υπηρέτης του κεφαλαίου και ιδίως των ηγετικών μερίδων του. Όργανο ταξικής κυριαρχίας που συγκροτεί όμως τις σχέσεις του με τμήματα της κοινωνίας και μηχανισμούς.

Είναι το ξεχωριστό, βασικό και καθοριστικό κέντρο εξουσίας και δράσης και όχι ένα από τα πολλά ισότιμα κέντρα δράσης και εξουσίας σύμφωνα με τη μεταμοντέρνα θεωρία των συστημάτων.

Το κράτος ως γνωστόν έχει ημερομηνία γένεσης.

Είναι γέννημα μιας κοινωνίας διαιρεμένης σε τάξεις η οποία για να διατηρήσει και αναπαράγει τη δομή της χρειάζεται μια δύναμη που κατ’ επίφαση θα στέκει πέρα και πάνω από την κοινωνία.

Επομένως η σχέση του κράτους – κοινωνίας είναι καταρχήν σχέση κυοφορούσας – κυοφορούμενου.

Με τη γένεση του, δεν διχάζει αλλά διπλασιάζει την κοινωνία σε κράτος και υπόλοιπη κοινωνία¨ στα πλαίσια μιας νέας δημιουργούμενης ολότητας, μιας νέας κοινωνίας που συμπεριλαμβάνει και το κράτος.

Το αστικό κράτος ειδικά αρχίζει στα τέλη του 17ου αιώνα, μετά τον Κρόμβελ στην Αγγλία. Οδηγείται σε μια πρώτη ολοκλήρωση με τη συντριβή της κομμούνας και την εδραίωση του αστικού κράτους.

Όταν μιλάμε λοιπόν για κράτος ο λόγος γίνεται για μια ξεχωριστή δημόσια σφαίρα, για το ξεχωριστό κομμάτι της κοινωνίας αλλά και το αναπόσπαστο μέρος της.

Μιλάμε για ένα ειδικό σύνολο μηχανισμών, θεσμών και δραστηριοτήτων,

για μια ολότητα που δεν μορφοποιεί μόνο το διπλασιασμό της κοινωνίας σε κρατική σφαίρα και κοινωνία τόνος αλλά και μετατρέπει την κυριαρχία μιας τάξης σε γενική βούληση, τη νομιμοποιεί.

Εξασφαλίζει τη συγκατάθεση σε αυτήν χάριν των μηχανισμών που διαθέτει.

Το αστικό κράτος παίρνει υπόψη του την ταξική πάλη και αν χρειαστεί αυτονομείται σχετικά από την τάξη που εκπροσωπεί προκειμένου να εξασφαλίσει τα μακροχρόνια συμφέροντα της.

Γι αυτό εξάλλου και οι ριζοσπάστες φιλελεύθεροι της ΝΔ την περίοδο 1974- 78 προωθούσαν σαν ιστορική αναγκαιότητα, σε αντίθεση με τους νέοσυντηρητικούς, τη μικτή οικονομία που συνδύαζε τα πλεονεκτήματα της κρατικής παρέμβασης και των εθνικοποιήσεων με την ιδιωτική πρωτοβουλία για τη δημιουργία του λεγόμενου κράτους δικαίου των ριζοσπαστών φιλελεύθερων.

Ο λόγος επομένως γίνεται για ένα κράτος δημόσιας βίας και εξουσίας που χρησιμοποιεί τον καταναγκασμό.

Ταυτόχρονα όμως έχει και μια δευτερεύουσα λειτουργία αυτήν της εξασφάλισης της ομαλής αναπαραγωγής της εργατικής τάξης μέσα από στοιχειώδεις δαπάνες πάνω στις οποίες επιχειρεί να χτίσει ένα πλέγμα συναίνεσης και αφομοίωσης.

Από τα παραπάνω είναι εύκολο να εξαχθεί το συμπέρασμα πως το κράτος δεν αποτελεί απλά μια συμπυκνωμένη απεικόνιση της κοινωνίας, ή το συντονιστή των θεσμών και της πολιτικής, ιδέες που κατατέθηκαν για να υποστηρίξουν την ουδετερότητα τάχα του κράτους. Δεν είναι επίσης «η υλική συμπύκνωση ενός συσχετισμού δυνάμεων», ή «η δομή συμπύκνωσης των αντιθέσεων μιας κοινωνίας» όπως το προσδιορίζει ο Πουλαντζάς στο «Συζήτηση για το κράτος».

Δεν είναι απλά ένα κράτος – όπλο όπως σημειώνει ο Λούκατς ή εργαλείο εκμετάλλευσης όπως τόνιζε ο φιλόσοφος της δυόμιση διεθνούς Μ. Άντλερ.

Δεν είναι μόνο ένα εργαλείο στα χέρια της κυρίαρχης τάξης όπως πρέσβευε η αυστριακή μαρξιστική σχολή (Otto Bauer etc), ή η σοσιαλδημοκρατία ως τη δεκαετία του 60 καθώς και τμήματα της τρίτης διεθνούς.

Το κράτος είναι όχι απλό εργαλείο αλλά όπως σημειώνει στο λόγο του στο πανεπιστήμιο του Σβερτλόφ ο Λένιν τον Ιούλη του 1919 είναι μια ολόκληρη «μηχανή καταναγκασμού και βίας» της κυρίαρχης τάξης σε βάρος των κυριαρχούμενων.

Η πρακτική και η ιστορία αποκαλύπτουν πως με τη θεωρία του κράτους- εργαλείου η σοσιαλδημοκρατία κυρίως επιχειρούσε να στηρίξει την άποψη πως μια απλή εναλλαγή του ιδιοκτήτη αυτού του εργαλείου, δίχως την αντικατάσταση του αστικού κράτους και το τσάκισμα του, θα μπορούσε να το μετατρέψει και αξιοποιήσει σαν μέσο σοσιαλιστικών αλλαγών.

Εισάγει έτσι από το παράθυρο τη θεωρία περί της ουδετερότητας του κράτους.

Η σημερινή νεοφιλελεύθερη πολιτική και το σύνθημα – στόχος για λιγότερο ή ελάχιστο κράτος δεν είναι αντικρατική θεωρία, δεν είναι πολιτική που οδηγεί γενικά σε λιγότερο κράτος, πρωτίστως σημαίνει άλλη διάταξη, άλλη αρχιτεκτονική στο κράτος.

Σημαίνει κυρίως ανακατατάξεις στο εσωτερικό του κράτους και δευτερευόντως εκλεκτικό περιορισμό του όγκου των δραστηριοτήτων του.

Σημαίνει ιδιαίτερη διεύρυνση και ενδυνάμωση των μη στρατιωτικών κατασταλτικών μηχανισμών (φυλακές, αστυνομία) και δημιουργία νέων (ΔΙΑΣ, ΜΑΤ, λευκά κελιά).

Σημαίνει ενδυνάμωση, εκσυγχρονισμό και εσωτερική και χωρική αναδιάταξη των στρατιωτικών μηχανισμών ώστε να στρέφονται πιο ευέλικτα εναντίον και του εσωτερικού εχθρού και να αναπροσαρμόζεται ο πόλεμος με βάση τα σύγχρονα υπεραυτόματα όπλα.

Σημαίνει ενίσχυση της νομικής λειτουργίας για τη θωράκιση της νομικής βίας σε βάρος του εργατικού πόλου του δίπολου εργασία – κεφάλαιο.

Σημαίνει ορμητική ανάπτυξη των ιδεολογικών του μηχανισμών με τη δημιουργία ενός πλέγματος εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, ινστιτούτων, ερευνητικών κέντρων κ.α. σε όλη την επικράτεια πλέον του κράτους. Και μάλιστα, σε αντίθεση με τις αρχές του περασμένου αιώνα καθώς πλέον η παραγωγή απαιτεί ένα σχετικά μορφωμένο εργάτη, απαιτεί τη φαντασία, την αυτενέργεια και τη συνθετική του ικανότητα, ιδιότητες που πρέπει να καλλιεργηθούν με τέτοιο τρόπο και περιεχόμενο όμως ώστε να υπηρετούν τα συμφέροντα της αγοράς και του κέρδους.

Σημαίνει επιπλέον τη δημιουργία νέων κρατικών θεσμών όπως π.χ. το σύνολο των μηχανισμών που στοχεύουν στην εποπτεία συντονισμό και προώθηση των αποκρατικοποιήσεων που αποκαλύπτουν και επιβεβαιώνουν πως η πολιτική των αποκρατικοποιήσεων δεν είναι αντικρατική αλά μια νεοσυντηρητική παραλλαγή ανάπτυξης του κράτους στην εποχή του σύγχρονου σταδίου του καπιταλισμού.

Ειδικό και τελείως νέο ζήτημα που σχετίζεται άμεσα με το ζήτημα του κράτους είναι η εμφάνιση καπιταλιστικών ολοκληρώσεων (π.χ. Ε.Ε) που είναι ιστορικά πρωτότυποι νεοεμφανισθέντες σχηματισμοί.

Ο μετασχηματισμό και η αντικατάσταση της ΓΚΑΤ από τον ΠΟΕ που συνοδεύεται από την απότομη διεύρυνση σε 117 χώρες και στον οποίο μετέχουν πλέον Ρωσία και Κίνα, καθώς και ο μετασχηματισμός της ΕΟΚ σε ΕΕ οφείλονται στην καινούρια πραγματικότητα που δημιουργούν η κρίση του 1973-85, η κατάρρευση των ανατολικών καθεστώτων, η συνεπαγόμενη ανάγκη επαναπροσδιορισμού των όρων κίνησης κεφαλαίων, εμπορευμάτων, εργατικού δυναμικού, εμπορικών συναλλαγών γενικότερα.

Η ΕΕ που δημιουργείται δεν εντάσσεται στην κατηγορία των Διεθνών Διακρατικών Οργανισμών.

Αποτελεί ένα εν εξελίξει ιστορικά πρωτόγνωρο μόρφωμα. Είναι κάτι «λιγότερο» από συνομόσπονδο κράτος και κάτι «περισσότερο» από διεθνής οργανισμός. Σε αυτό συνυπάρχουν μια πληθώρα κρατών με ανισομερή ισχύ, με διαφορετικά κυρίως επίπεδα παραγωγικότητας.

Η σχέση κράτους και ολοκληρώσεων – π.χ. κράτους και Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης – είναι πλεγματώδης σχέση ανάμεσα στα δυο μέρη. Πρόκειται για αλληλοτροφοδοτούμενη οργανική και θεσμική διαπλοκή των οργάνων εξουσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τα αντίστοιχα των εθνικών κρατών που εξελίσσεται σε διαρκή αναδιάταξη των ορίων τους και η οποία ενισχύεται από ένα ευρύτερο νέφος ιμπεριαλιστικών μηχανισμών και θεσμών (ΝΑΤΟ, ΔΝΤ, ΟΟΣΑ, ΠΟΕ, οίκοι αξιολόγησης κ.ά.).

Στην πραγματικότητα λοιπόν το νεοφιλελεύθερο πολιτικό σύνθημα – στόχος για λιγότερο κράτος είναι στόχος – πρόφαση προκειμένου να υπηρετηθεί ο πραγματικός στόχος του καπιταλισμού για αναμόρφωση του αστικού κράτους ώστε αυτό να ανταποκριθεί στις σύγχρονες, συνολικές (νέες και παλιές) ανάγκες συσσώρευσης του κεφαλαίου που προκύπτουν.

Ο «πυρήνας» του καπιταλιστικού κράτους, (δηλαδή τα θεμελιώδη δομικά χαρακτηριστικά του: η ιεραρχική γραφειοκρατική δομή του, η «αταξική» δήθεν λειτουργία του με βάση τους κανόνες του Δικαίου και την αστική ιδεολογία του κοινού εθνικού συμφέροντος κλπ., παραμένει αναλλοίωτος, όσο καιρό η καπιταλιστική πολιτική εξουσία δεν έχει ανατραπεί.

Όρος επομένως για την ανατροπή της καπιταλιστικής πολιτικής εξουσίας, για την κατάληψη της από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της είναι η ανατροπή – συντριβή του κρατικού μηχανισμού καταστολής (και ορισμένων ιδεολογικών κρατικών μηχανισμών) που συμπυκνώνει ακριβώς το «δομικό πυρήνα» του αστικού κράτους, δηλαδή της αστικής πολιτικής εξουσίας.

Στη συνέχεια η εδραίωση της εργατικής εξουσίας ως μεταβατικού κοινωνικού καθεστώτος από τον καπιταλισμό προς τον κομμουνισμό απαιτεί τη «συνέχιση της επανάστασης», δηλαδή τη συνεχή επαναστατικοποίηση του κρατικού μηχανισμού καταστολής αλλά και των ιδεολογικών μηχανισμών του κράτους – σχολείο, οικογένεια, πολιτικό σύστημα αντιπροσώπευσης, κ.λπ. – παράλληλα με τον επαναστατικό μετασχηματισμό των παραγωγικών σχέσεων:

Σε αυτή τη μεταβατική διαδρομή το κράτος είναι μορφή εργατικού κράτους που δεν απονεκρώνεται, απονεκρώνεται το κράτος της κομμουνιστικής κοινωνίας.

Πρόκειται – για τη διαδικασία κατάργησης της κοινωνικής εξουσίας, των ταξικών σχέσεων και διακρίσεων, για τη διαδικασία οικοδόμησης του κομμουνισμού.

Για το κυβερνητικό ζήτημα

Το κυβερνητικό ζήτημα συνοδεύεται επίσης όχι μόνο από το σύγχρονο προβληματισμό που αναπτύσσεται αλλά και από το ιστορικό φορτίο που φέρει.

Η εργατική κυβέρνηση, ως ένας ενδιάμεσος στόχος ανάμεσα στον καπιταλισμό και την επανάσταση με στόχο την προσέγγιση της επανάστασης, εμφανίστηκε με την ανάλογη επεξεργασία στο εσωτερικό της Αριστεράς από την ίδια την Αριστερά, με την ήττα της γερμανικής επανάστασης του 1920-1923.

Μορφοποιήθηκε στο τέταρτο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς.

Αποσύρθηκε και εμφανίσθηκε με άλλη μορφή με τα Λαϊκά Μέτωπα. Και τελικά υποκατέστησε την επανάσταση με διαρκείς παραλλαγές της διεκδίκησης κυβέρνησης, οι οποίες κατέληξαν να γίνουν τελικός στόχος.

Η Αριστερά πλέον αυτοπεριορίζεται στην ανιστόρητη και μάταιη επιδίωξη ενός μεταρρυθμιζόμενου καπιταλισμού με διαρκώς πιο ανθρώπινο πρόσωπο. Για δεκαετίες είτε πρόβαλλε ως στόχο, είτε στήριξε, είτε συμμετείχε σε προοδευτικές αστικές κυβερνήσεις εντός του καπιταλισμού που αποδείχτηκαν στόχοι χωρίς ιστορική προοπτική, χωρίς ουσιαστική δυνατότητα ευρύτερης συσπείρωσης αγωνιζόμενων εργατολαϊκών δυνάμεων που να μπορούν να νικήσουν πραγματικά την εντεινόμενη επιθετικότητα του κεφαλαίου.

Αποδείχτηκαν στόχοι χωρίς προοπτική, που προσέθεταν τελικά ένα ακόμα φράγμα απέναντι στην αναγκαία άμεση αντικαπιταλιστική πολιτική ενωτική γραμμή και στην αναγκαιότητα της αντικαπιταλιστικής επανάστασης. Στόχοι που περιόριζαν την Αριστερά στο επίπεδο της γενικής πολιτικής και επικοινωνιακής διαμαρτυρίας. Μετέτρεψαν σε πεμπτουσία της εργατικής πολιτικής, την ανάδειξη των εκλογικών στόχων της Αριστεράς για τη «διεμβόλιση» της αστικής εξουσίας

Η αναγκαία και αναζητούμενη αντικαπιταλιστική πολιτική με γενικό στόχο μια εργατική-σοσιαλιστική επανάσταση, είχε διαστρεβλωθεί και ξεχαστεί ουσιαστικά για δεκαετίες.

Παραμένει παραμελημένη και «υπανάπτυκτη» ακόμα και στις σημερινές δραματικές όσο και κοσμογονικές συνθήκες και δυνατότητες.

Ναι, η Αριστερά οφείλει να επιστρέψει ως δύναμη εξουσίας.

Η επιστροφή όμως αυτή θα γίνει κάτω από την αντίθεση ανάμεσα στο ότι οι «επάνω δυσκολεύονται να κυβερνούν όπως πριν» καθώς αποδομείται το αστικό κομματικό σύστημα, οι κάτω δεν θέλουν να κυβερνηθούν όπως μέχρι τώρα και στο ότι το εργατικό κίνημα και η Αριστερά δεν βρίσκονται στο επίπεδο εκείνο ώστε να μπορούν να αναχαιτίσουν σε όφελος του Λαού την αστική πολιτική και πολύ περισσότερο να ανοίξουν το δρόμο για την επανάσταση και τον κομμουνισμό.

Η αντίθεση αυτή θα λυθεί. Επιδιωκόμενο όμως είναι να λυθεί υπέρ των λαϊκών δυνάμεων.

https://kommon.gr/theoria/item/20629-schetika-me-tin-exousia-to-kratos-kai-tin-kyvernisi-tou-a-anagnostaki?utm_source=rss&utm_medium=rss&utm_campaign=schetika-me-tin-exousia-to-kratos-kai-tin-kyvernisi-tou-a-anagnostaki

Η Επανάσταση του 1943

Η Επανάσταση του 1943

revolution in the world

ελευθερη εκφραση

Η λίστα ιστολογίων μου

προσωπικές ιστοσελίδες

τύπος

διαφορα

È